Πέμπτη 1 Ιουλίου 2010
Οι Ινδοευρωπαίοι μετανάστευσαν από την δύση στην ανατολή και όχι το αντίθετο
Έναν «καινούργιο» αρχαίο πολιτισμό, θαμμένο στην έρημο Κάρα-Κουμ επί 4.000 χρόνια, ανακάλυψε στο Τουρκμενιστάν και παρουσιάζει σε έκδοση ο αρχαιολόγος Βίκτωρ Σαρηγιαννίδης
Πριν από τριάντα πέντε χρόνια κανείς δεν φανταζόταν ότι στο μέσον της ερήμου ΚάραΚουμ στο Νότιο Τουρκμενιστάν, στην αρχαία Μαργιανή, στο κλειδί του Δέλτα του ποταμού Μουργκάμπ, κρύβονταν τα ερείπια της πρωτεύουσας ενός πανάρχαιου προϊστορικού «βασιλείου» ηλικίας 4.000 ετών, στο Γκονούρ, με ανάκτορα, ναούς ζωροαστρικής λατρείας, απέραντες και πλούσια κτερισμένες νεκροπόλεις. Οι οποίες μάλιστα είχαν ιδρυθεί από μετανάστες- λαούς που ξεκίνησαν από την περιοχή της Μεσογείου.
Το αποκάλυψε ένας σκαπανέας της αρχαιολογίας, ο ελληνικής καταγωγής Βίκτωρ Σαρηγιαννίδης, που ήδη είχε γίνει διάσημος με την ανακάλυψη των θησαυρών της Βακτριανής στο σημερινό Αφγανιστάν.
Σήμερα έχουν εντοπισθεί και ανασκάπτονται εκατοντάδες οικισμοί της ίδιας περιόδου (της 2ης π.Χ. χιλιετίας) σε μια τεράστια περιοχή που περιλαμβάνει το Ανατολικό Ιράν, το Βόρειο Αφγανιστάν, το Τουρκμενιστάν, το Ουζμπεκιστάν, το Τατζικιστάν, το Βελουχιστάν έως την κοιλάδα του Ινδού.
Στην αγγλόφωνη μελέτη του, «Η νεκρόπολη του Γκονούρ», ο Βίκτωρ Σαρηγιαννίδης δημοσιεύει για πρώτη φορά τα ευρήματα από την αποκάλυψη μιας εκπληκτικής νεκρόπολης με 3.000 τάφους και συνθέτει τα πορίσματα από τη μελέτη των ευρημάτων, της αρχιτεκτονικής των ταφικών εθίμων, των ανθρωπολογικών μελετών μιας ζωής αφιερωμένης στην αρχαιολογική εξερεύνηση της Κεντρικής Ασίας, που αποκαλύπτει ένα άγνωστο κεφάλαιο στην ιστορία του παγκόσμιου πολιτισμού.
Τα πρόσφατα ευρήματα του γεννημένου στην Τασκένδη το 1929 Βίκτωρα Σαρηγιαννίδη επιβεβαιώνουν μια υπόθεση που είχε διατυπώσει ο ίδιος πριν από 25 χρόνια, ότι ο ανώτερος πολιτισμός της Μαργιανής- Βακτριανής αναπτύχθηκε στα τέλη της 3ης χιλιετίας π.Χ. από ανθρώπους που έφθασαν στο κέντρο της Ασίας προερχόμενοι από τη Δύση, συγκεκριμένα το Κουρδιστάν, τη Συρία, την Ανατολία και τον αιγαιακό χώρο, για να προστατευθούν από ξηροθερμικά φαινόμενα.
«Το υψηλό πολιτιστικό επίπεδο και οι επαφές με τους Σουμέριους, τους Αιγυπτίους και άλλους πολιτισμούς δείχνει ο μεγάλος αριθμός και η ποικιλία αγγείων με διάφορες παραστάσεις ακόμη και εισηγμένων αντικειμένων, όπως λινά υφάσματα, που βρέθηκαν στο Γκονούρ», λέει ο αρχαιολόγος Βίκτωρ Σαρηγιαννίδης
«Αυτοί οι πληθυσμοί έφεραν μαζί τους τη γεωργία σε μια χώρα κτηνοτρόφων, εισήγαγαν αρδευτικά έργα μεγάλης κλίμακας, απλώθηκαν σε όλη την περιοχή έως τα Ιμαλάια και τη Δυτική Κίνα και είχαν ως θρησκεία τον ινδοϊρανικό παγανισμό». «Από αυτόν εξελίχθηκε αργότερα η πρώτη μονοθεϊστική θρησκεία, ο ζωροαστρισμός. Οι βωμοί της φωτιάς, η προσεκτική αποθήκευση της στάχτης, οι σπονδές με υγρά από τη σύνθλιψη της κάνναβης και άλλων παραισθησιογόνων ουσιών, η προσεκτική λήψη μέτρων κατά την ταφή των νεκρών ώστε να διατηρηθεί η καθαρότητα της γης, η ταφή σκύλων, είναι μερικά χαρακτηριστικά του πολιτισμού που εισήχθη από το 2200 π.Χ.», λέει ο κ. Σαρηγιαννίδης.
Μια ισχυρή ένδειξη της παρουσίας των νεοφερμένων που έφθασαν ειρηνικά και κατά κύματα είναι ότι- αντίθετα προς τη γηγενή συνήθεια του ενταφιασμού των νεκρών στις κατοικημένες περιοχές- έθαβαν τους νεκρούς τους έξω από τα όρια της πόλης. «Η νεκρόπολις καταλαμβάνει έκταση 10 εκταρίων και βρέθηκε σε απόσταση 200 μ. από το μεγάλο συγκρότημα ανακτόρων με τους ναούς», εξηγεί ο Βίκτωρ Σαρηγιαννίδης. «Μέσα στη νεκρόπολη υπάρχουν ειδικές κατασκευές με διπλές εστίες φωτιάς. Ο μέσος όρος ζωής, όπως προκύπτει από τα ευρήματα, έφθανε τα 33,5 χρόνια για τις γυναίκες και τα 35,1 για τους άνδρες, με ανώτατο όριο τα 70. Οι κρανιομετρήσεις έδειξαν ότι οι κάτοικοι του Γκονούρ είχαν νοτιοευρωποειδή χαρακτηριστικά, μακρύ και κάπως στενό πρόσωπο. Οι άνδρες δε είχαν μέσο ύψος 1,69 μ. και οι γυναίκες 1,53 μ.».
Το 80% των τάφων στο Γκονούρ, που έφερε στο φως η σκαπάνη του Βίκτωρα Σαρηγιαννίδη στις εσχατιές του Τουρκμενιστάν, είχε συληθεί κατά την αρχαιότητα. Οι αρχαιότεροι τάφοι αυτού του είδους έχουν βρεθεί στην Παλαιστίνη και χρονολογούνται στις αρχές της 4ης- 3ης χιλιετίας π.Χ. Εκτός όμως από την τυπική κεραμική της περιοχής, που δείχνει στενές σχέσεις με το Ιράν και τη Συρία και πρότυπα μεσοποταμιακά, στους τάφους βρέθηκαν ένα μαρμάρινο κυκλαδικό αγγείο του 2700 π.Χ. και χαρακτηριστικά αγγεία της Ανατολίας και ειδικά της Τροίας.
Μόλις τελείωσε τη συγγραφή του βιβλίου για τη νεκρόπολη του Γκονούρ, το 2004, ο Βίκτωρ Σαρηγιαννίδης έφερε στο φως και τη βασιλική νεκρόπολη, με θαυμάσιους τάφους διακοσμημένους με ψηφιδωτά, ταφικά δώρα, χρυσά και αργυρά δοχεία, χρυσά κοσμήματα και λίθινα γλυπτά.
Πηγή: Τα Νεα
Αναδημοσίευση από: www.dwdekatheon.org
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου