Υπάρχουν ηρωικές πτυχές στην ιστορία του έθνους μας που είναι άγνωστες στους περισσότερους από εμάς. Πτυχές γεμάτες δόξα αίμα και θυσίες. Υπάρχουν ήρωες που αψήφησαν τον θάνατο χαμογελώντας του ειρωνικά . Ήρωες που μάτωσαν και βροντοφώναξαν στον εχθρό αμέτρητες φορές το “μολών λαβέ” από τότε που πρωτακούστηκε, στήνοντας τις δικές τους Θερμοπύλες σε κάθε γωνιά της πατρίδας μας.
Ένας τέτοιος ήρωας ήταν και ο Σπύρος Καγιαλές - Καγιαλεδάκης. Γέννημα θρέμμα της λεβεντογέννας Κρήτης. Ο Καγιαλεδάκης γεννήθηκε το 1872 στη Γραμβούσα αλλά σε μικρή ηλικία η οικογένεια του εγκαταστάθηκε στην οδό Λάκων στη Χαλέπα. Έλαβε μέρος σε πολλές μάχες μαζί με τους αδελφούς του Γιώργο, Μανώλη, Αντώνη και Σήφη, αψηφώντας πολλές φορές τον θάνατο μπροστά στο χρέος του για την πατρίδα.
Τον Ιανουάριο του 1897, και ενώ η Κρήτη πολεμά για την ανεξαρτησία της από τους Τούρκους και την ένωση της με την Ελλάδα, φτάνει στην Κρήτη μεγάλο μέρος του Ελληνικού στόλου, μαζί με τον πρίγκιπα Γεώργιο, και επιδίδουν δημοψήφισμα στους πρόξενους των “μεγάλων δυνάμεων” σχετικά με την κήρυξη της ανεξαρτησίας της νήσου και της ένωσης της με την μητέρα Ελλάδα. Καταφθάνουν επίσης ελληνικές δυνάμεις στρατού για να υποστηρίξουν τον αγώνα. Οι δυνάμεις των επαναστατών Κρητών δημιουργούν στρατόπεδο στην περιοχή του Ακρωτηρίου, ενώνονται με τις μονάδες του στρατού και υψώνουν την μεγάλη ελληνική σημαία που τους παραχώρησε το πολεμικό πλοίο “Ύδρα”. Αρχηγός του στρατοπέδου των επαναστατών ήταν ο γενναίος οπλαρχηγός Αντώνης Σήφακας και στρατοπεδάρχης ο Μιχάλης Καλορίζικος.
Την ίδια περίοδο κλήθηκε στην Κρήτη από τους Τούρκους ο στόλος των μεγάλων δυνάμεων αποτελούμενος από μεγάλα πλοία των χωρών Αγγλίας, Ιταλίας, Γαλλίας, Ρωσίας, Αυστρίας και Γερμανίας με σκοπό να σταματήσει την επανάσταση και να βοηθήσει τους φίλους τους Τούρκους να αιματοκυλίσουν για άλλη μία φορά τους ατίθασους Κρήτες. Έτσι ο ενωμένος στόλος των μεγάλων δυνάμεων στις 15:30 της 9ης Φεβρουαρίου 1897 αρχίζει χωρίς προειδοποίηση σφοδρό βομβαρδισμό κατά του στρατοπέδου του Ακρωτηρίου. Ακολούθησαν πραγματικά χαοτικές στιγμές με τις οβίδες να πέφτουν σαν βροχή και οι επαναστάτες να προσπαθούν να αποκρούσουν τις επιθέσεις των Τούρκων που επωφελούμενοι της κατάστασης επιχειρούσαν αλλάζοντας εφόδους κατά του στρατοπέδου των Ελλήνων, οι οποίοι και αντιστέκονταν σθεναρά αποκρούοντας τες.
Ξαφνικά μέσα στον πανικό της μάχης μία από τις οβίδες των πλοίων πέφτει κοντά στον ιστό της Ελληνικής σημαίας, που κυμάτιζε στην κορυφή του Ακρωτηρίου, και την καταρρίπτει μαζί με τον ιστό της. Ο Διοικητής διατάζει να στηθεί ξανά ο ιστός της ένδοξης σημαίας και τότε ήταν που ανέλαβε δράση ο Σπύρος Καγιαλεδάκης. Πετάχτηκε σαν ελατήριο από το ταμπούρι του και τρέχοντας στην κορυφή στήνει ξανά τον ιστό και ανυψώνει την σημαία προς ανακούφιση των συμπολεμιστών του. Μία άλλη οβίδα όμως έρχεται και ρίχνει πάλι κάτω τον ιστό αλλά και πάλι ο Καγιαλεδάκης τρέχει και τον ανυψώνει. Ο βομβαρδισμός όμως συνεχίζει και μία τρίτη οβίδα ρίχνει και πάλι την σημαία στο έδαφος και καταστρέφει τον ιστό της. Τότε ο ένδοξος Καγιαλεδάκης τρέχοντας και πάλι κοντά στην σημαία την σηκώνει από το χώμα, ανεβαίνει στην κορυφή του λόφου και κάνοντας το ίδιο του το σώμα ιστό, με απλωμένα τα χέρια του ανυψώνει και πάλι την σημαία για να κυματίσει περήφανη μπροστά από τα κανόνια του ξένου στόλου.
Μόλις οι ναύαρχοι του στόλου είδαν με τα κιάλια τους ότι η σημαία κυματίζει και πάλι με κοντάρι το σώμα ενός επαναστάτη δεν πίστευαν στα μάτια τους. Θαύμασαν τόσο που διέταξαν παύση πυρός. Το στρατόπεδο σείεται από τις ζητωκραυγές των Κρητών. Στον Ελληνικό στόλο ψάλλεται ο εθνικός μας ύμνος και ζητωκραυγές ακούγονται ακόμη και από τα πλοία του ξένου στόλου.
Ο Ιταλός υποναύαρχος τότε Καναβάρο γράφει στα απομνημονεύματα του για το συμβάν:
Μου έκανε βαθιά εντύπωση η ψυχραιμία των επαναστατών.
Μου έφερε δάκρυα στα μάτια η στάση των.
Μου συγκλονιζόταν η ψυχή όταν μετά από κάθε οβίδα ακουγόταν η ζητωκραυγή: Ζήτω η Ελλάς!
Η ανύψωση της σημαίας με αυτόν τον τόσο ηρωικό τρόπο, αποτέλεσε μία στιγμή της ζωής μου που δεν θα λησμονήσω ποτέ.
Η ψυχή μου ήταν απ΄αρχής μαζί τους, όπως και των πληρωμάτων μου, που βομβάρδιζαν με πόνο στην καρδιά και ζητωκραυγάζοντας τους γενναίους.
Μετά από την τόσο ηρωική πράξη του Καγιαλεδάκη ο ξένος στόλος αποχώρησε από την Κρήτη κάνοντας θετικές εισηγήσεις στις κυβερνήσεις των χωρών τους σχετικά με τον δίκαιο αγώνα των Κρητών. Η είδηση έκανε τον γύρω του κόσμου προκαλώντας ακόμη και συλλαλητήρια υπέρ της ελευθερίας της Κρήτης. Οι εφημερίδες μιλούσαν και νέο “αντιναβαρίνο” και εξυμνούσαν την ελληνική ανδρεία και έπλεκαν το εγκώμιο του Κρητικού Ήρωα.
Η πράξη του Καγιαλεδάκη αναμφίβολα αποτέλεσε σταθμό στην ανεξαρτησία της Κρήτης και της ένωσης της με την Ελλάδα. Αυτός ο άνδρας που έγινε ο ίδιος κοντάρι σημαίας έκανε να υψωθούν εκατοντάδες άλλες σημαίες σε κάθε γωνιά της Ελλάδας και ανέπνευσε τόσο τους συμπολεμιστές του σε τόσες άλλες μάχες που ακολούθησαν μέχρι την τελική ελευθερία της Κρήτης. Φανταστείτε στις μέρες μας να έκανε κάτι παρόμοιο ένας στρατιώτης. Να ύψωνε την σημαία απέναντι από τα κανόνια των τανκ και τις κάννες των όπλων των επαγγελματιών πλέων μισθοφόρων στρατιωτών. Όχι μόνο δεν θα σταματούσε η μάχη για να δοξαστεί η ανδρεία του αλλά ο καταιγισμός τον πυρών θα αυξανόταν μέχρι να τον σκοτώσει κάποια σφαίρα μισθοφόρου που απλά θα έκανε την δουλειά του και θα τιμούνταν αργότερα με μετάλλιο ανδρείας για το μεγάλο του ανδραγάθημα.
Μα που είναι πλέον αυτοί οι ήρωες του βελληνικούς του Καγιαλεδάκη? Πως έγινε και μέσα σε μερικές δεκαετίες χάθηκαν όλοι? Γιατί να μην έχουμε κάποιον να σηκώσει και πάλι την πεσμένη σημαία της πατρίδας μας και μαζί το ηθικό ενός ολόκληρου λαού? Στις δύσκολες μέρες που ζούμε, με το άγχος, τις τόσες σκοτούρες και δυσκολίες, πως γίνετε να μας εγκατέλειψαν όλοι οι ήρωες? Άραγε ήταν κάποιο γένος ανθρώπων που εξέλειψε από την χώρα μας, ή είμαστε μία χώρα που εξόρισε τους ήρωες της? Όπως και να έχει ο μεγάλος αυτός ήρωας μας, ο Σπύρος Καγιαλεδάκης που άξια ονομάστηκε “ο θρύλος του Ακρωτηρίου”, αποπνέει ακόμη τα ιδανικά της Ελληνικής φυλής. Μπορείτε να τον ονομάσετε Λεωνίδα, Αλέξανδρο, Αχιλλέα ή απλά ήρωα. Μπορείτε να τον θαυμάσετε, όπως κάνω κι εγώ, αλλά δεν μπορείτε να τον ξεχάσετε.
Τιμή και δόξα λοιπόν στον μεγάλο μας ήρωα.
Ιωάννης Καρυοφυλάκης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου