Ένας από τους σημαντικότερους αρχαιολογικούς χώρους της Ελλάδας είναι σίγουρα αυτός των Φιλίππων. Το σταυροδρόμι αυτό της Ανατολικής Μακεδονίας υπήρξε για χιλιετίες χωνευτήρι διαφορετικών επιδράσεων και πολιτισμών, τόπος συνάντησης θρησκειών και δημιουργίας καινοτόμων ιδεών και πρακτικών, αλλά και τόπος όπου διαδραματίστηκαν μεγάλα ιστορικά γεγονότα που διαμόρφωσαν καθοριστικά την πορεία των λαών της Ευρώπης. Θα προσπαθήσουμε να αποκαλύψουμε τα μυστικά των Φιλίππων και να κατανοήσουμε τη διαχρονικότητά τους.
Ο αρχαιολογικός χώρος των Φιλίππων βρίσκεται στη Βόρεια Ελλάδα, στην περιοχή της Ανατολικής Μακεδονίας και συγκεκριμένα στο νομό Καβάλας. Είναι 15 χιλιόμετρα βορείως της Καβάλας, που είναι η πρωτεύουσα του νομού και περίπου 180 χιλιόμετρα ανατολικά της Θεσσαλονίκης, της συμπρωτεύουσας της Ελλάδας. Οι Φίλιπποι γειτνιάζουν με το σύγχρονο οικισμό των Κρηνίδων, έδρα του ομώνυμου δήμου Φιλίππων.
Το φυσικό περιβάλλον της περιοχής χαρακτηρίζεται από τη μεγάλη πεδιάδα της Δράμας, πάνω από την οποία, στο μεγαλύτερο μέρος της δεσπόζει το όρος Παγγαίο. Με ύψος περίπου 2000 μ. το Παγγαίο είναι ένα από τα πιο γοητευτικά βουνά της Ελλάδας, καθόλου τυχαία το ιερό βουνό του θεού Διόνυσου κατά την αρχαιότητα. Σύμφωνα με την παράδοση, εδώ οι Μαινάδες κατασπάραξαν το σώμα του Ορφέα. Λέγεται μάλιστα πως κοντά στην κορυφή του υπήρχε και το ιερό του θεού της χαράς και του κρασιού, ενώ στα σπλάχνα του έκρυβε κοιτάσματα χρυσού αμύθητης αξίας, τα οποία και εκμεταλλεύτηκαν οι βασιλείς της Μακεδονίας Φίλιππος ο Β΄ και ο διάδοχός του, ο Μέγας Αλέξανδρος, για να χρηματοδοτήσουν τις πολυδάπανες εκστρατείες τους.
Από την προϊστορική εποχή ως και τη δεκαετία του 1930, το μεγαλύτερο μέρος της πεδιάδας καλυπτόταν από έλη. Αυτό βεβαίως συνεπαγόταν και την ύπαρξη γόνιμων, καλλιεργήσιμων εδαφών καθώς και πολλές πηγές νερού όπως μαρτυρούν και τα σύγχρονα τοπωνύμια της περιοχής: Κρηνίδες, Κεφαλάρι, Βρυσούλες. Οι παραπάνω παράγοντες, σε συνδυασμό με ένα φυσικό περιβάλλον πλούσιο σε πρώτες ύλες και με ποικιλία χλωρίδας και πανίδας συντέλεσαν ώστε από νωρίς να υπάρξει ανθρώπινη παρουσία στην περιοχή. Πράγματι, κατά τη διάρκεια της Νεολιθικής Εποχής ιδρύεται ο προϊστορικός οικισμός του Ντικιλί Τας, δύο χιλιόμετρα νοτιοανατολικά των Φιλίππων.
Η ονομασία Ντικιλί Τας ανάγεται στα χρόνια της τουρκοκρατίας και σημαίνει «Όρθια Πέτρα». Κι αυτό γιατί δίπλα στην προϊστορική τούμπα, δηλαδή το τεχνητό γήλοφο που βλέπουμε εδώ, ακόμα και σήμερα πυργώνει το ύψους 3,5 μέτρων μαρμάρινο επιτύμβιο μνημείο του Ρωμαίου αξιωματούχου Vibius Quartus, στο οποίο οφείλεται η ονομασία. Αξίζει να σημειωθεί, πως, σύμφωνα με μια παράδοση, στα χρόνια της τουρκοκρατίας το μνημείο συνδεόταν από τους ντόπιους με την ιστορία του Μεγάλου Αλεξάνδρου και το ονόμαζαν «το παχνί του Βουκεφάλα», δηλαδή το παχνί του αλόγου του μεγάλου στρατηλάτη. Μάλιστα, όπως παρατηρείτε και στη φωτογραφία, το μνημείο ήταν γύρω –γύρω φαγωμένο, καθώς οι γυναίκες της περιοχής το έξυναν και το τρίμα που έπαιρναν το ανακάτευαν με νερό και το έπιναν, με την ελπίδα να γεννήσουν αρσενικά παιδιά, γερά, όπως ο Μέγας Αλέξανδρος.
Οι αρχαιολογικές έρευνες στον προϊστορικό οικισμό του Ντικιλί Τας ξεκίνησαν το 1961 και διεξάγονται περιοδικά μέχρι σήμερα από την ελληνική αρχαιολογική υπηρεσία από κοινού με τη Γαλλική Αρχαιολογική Σχολή. Οι έρευνες έδειξαν πως ο οικισμός του Ντικιλί Τας κατοικήθηκε από τη Μέση Νεολιθική Περίοδο, γύρω στο 5500 π.Χ. ως και το τέλος της Ύστερης Εποχής του Χαλκού, περίπου το 1100 π.Χ. Η κατοίκηση δεν υπήρξε συνεχής, αλλά με ενδιάμεσα κενά. Τα σπίτια ήταν παραλληλόγραμμα και κάθε δωμάτιο διέθετε ένα φούρνο, πλάι στον οποίο υπήρχε ένας πάγκος όπου τοποθετούσαν τα σύνεργα καθημερινής χρήσης.
Οι άνθρωποι που έζησαν εδώ ήταν κατά κύριο λόγο γεωργοί και κτηνοτρόφοι. Μέσα στα σπίτια τους βρίσκουμε μεγάλες ποσότητες καμμένων σπόρων από σιτάρι, κριθάρι και όσπρια, διάφορους καρπούς, καθώς και οστά ζώων, είτε εξημερωμένων, όπως βόδια, γουρούνια, πρόβατα, κατσίκες, είτε άγριων, όπως ελάφια, αρκούδες, αγριόχοιροι, που υπήρχαν στα δάση της περιοχής. Βρίσκουμε επίσης κοχύλια και οστά ψαριών, αλμυρού και γλυκού νερού. Από τα παραπάνω, το πιο ενδιαφέρον εύρημα, που προέρχεται από το εικονιζόμενο σπίτι, είναι οι περίπου 2460 σπόροι και υπολείμματα σταφυλιού. Στο σύνολο αυτό βρέθηκαν και 300 δείγματα άδειων, πατημένων σταφυλιών, σύμφωνα πάντα με τα αποτελέσματα μελέτης Ελλήνων επιστημόνων που δημοσιεύτηκε το έτος 2007 στο περιοδικό Antiquity. Με βάση τα πορίσματα της μελέτης, συνάγεται το συμπέρασμα πως στο Ντικιλί Τας υπήρξε όχι μόνο μια πρώιμη καλλιέργεια αμπέλου αλλά και η αρχαιότερη στην Ευρώπη παραγωγή κρασιού. Ίσως γι’ αυτό και το παρακείμενο Παγγαίο να υπήρξε στην αρχαιότητα το ιερό βουνό του Διονύσου, όπως τονίστηκε και πριν.
Στο Ντικιλί Τας, όμως, ανήκει και μια άλλη πρωτιά: μια χάλκινη χάντρα, που προέρχεται από την αρχαιότερη φάση του οικισμού, δηλαδή γύρω στο 5500 π.Χ. αποτελεί το αρχαιότερο δείγμα μεταλλικού αντικειμένου που προέρχεται από τον αιγαιακό χώρο.
Η καλλιτεχνικές και πνευματικές αναζητήσεις των κατοίκων έβρισκαν διέξοδο και στην παραγωγή μιας σειράς πήλινων ειδωλίων, δείγμα των οποίων βλέπουμε εδώ, μια ανδρική μορφή με έντονα σχηματοποιημένα χαρακτηριστικά.
Τα τελευταία χρόνια έχει ξεκινήσει στο Ντικιλί Τας ένα πρόγραμμα πειραματικής αρχαιολογίας, δηλαδή μια προσπάθεια ανασύστασης του υλικού βίου των νεολιθικών ανθρώπων με την κατασκευή των εργαλείων, των αγγείων και των σπιτιών τους, κατά το δυνατόν όπως θα τα έκαναν και οι ίδιοι. Στην εικόνα βλέπουμε ένα αντίγραφο νεολιθικού φούρνου σε χρήση. Ο συγκεκριμένος φούρνος κατασκευάστηκε ολόιδιος με αυτούς που βρέθηκαν στις ανασκαφές και χρησιμοποιήθηκε πολλές φορές με επιτυχία.
Με το τέλος της Εποχής του Χαλκού, γύρω στα 1100 π.Χ. εγκαταλείπεται ο οικισμός του Ντικιλί Τας. Η κατοίκηση μεταφέρεται πλέον στον παρακείμενο απότομο βραχώδη λόφο, εκεί όπου αργότερα θα κτιστεί η ακρόπολη των Φιλίππων. Είμαστε πλέον στην Εποχή του Σιδήρου και, σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, κυρίως αυτές που μας δίνει η κεραμική, νέες ομάδες ανθρώπων πρέπει να εισέρχονται στο σημερινό βορειοελλαδικό χώρο, αυτοί που οι Έλληνες ονόμασαν Θράκες. Θράκες πρέπει να ήταν κι αυτοί που κατοικούσαν στην περιοχή των Φιλίππων. Πολεμοχαρή φύλα, οι Θράκες είχαν τη συνήθεια να ζουν σε οχυρωμένους και δυσπρόσιτους οικισμούς στις κορυφές απότομων λόφων, όπως αυτός των Φιλίππων. Σύμφωνα με τις πληροφορίες αρχαίων Ελλήνων συγγραφέων, κυρίως του Θουκυδίδη και του Διοδώρου, οι Ήδωνες ήταν το θρακικό φύλο που κατοικούσε στην περιοχή των μεταγενέστερων Φιλίππων. Γενάρχης της φυλής τους θεωρείτο ο Ήδωνις, γιος του Άρη και της κόρης του ποταμού Νέστου Καλλιρρόης.
Τα τελευταία χρόνια, η έρευνα στην Ελλάδα τείνει να συνδέσει με την παρουσία των Θρακών και τα ποικίλα βραχογραφήματα που είναι διάσπαρτα στη Θράκη και την Ανατολική Μακεδονία και βέβαια τα βρίσκουμε και στην περιοχή των Φιλίππων. Τα βραχογραφήματα είναι απεικονίσεις ποικίλων θεμάτων πάνω σε βράχο που γίνονται είτε με χάραξη, είτε με λάξευση ή και με κρούση της επιφάνειας του βράχου με σκληρά, λεπτά και αιχμηρά αντικείμενα, από μέταλλο ή πέτρα. Στην Ελλάδα, συνήθως τα συναντάμε σε ορεινές τοποθεσίες, σε σημεία όπου υπάρχουν πηγές, αποτελούν πέρασμα ή και εποπτεύουν πανοραμικά το γύρω περιβάλλον. Σε πολλές περιπτώσεις, τα βραχογραφήματα συνδέονται με μεγαλιθικούς τάφους ή υπαίθρια ιερά. Άλλωστε δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι σε θέσεις όπου έγιναν κάποτε βραχογραφήματα αργότερα υπήρξαν ιερά στα ελληνιστικά ή ρωμαϊκά χρόνια και αργότερα χριστιανικοί ναοί, συνήθως του Αγίου Γεωργίου ή του Προφήτη Ηλία, ακόμα και μουσουλμανικά ιερά της αίρεσης των Μπεκτασίδων. Δεν είναι σπάνιο ακόμα το φαινόμενο να βρίσκονται σε μέρη όπου γινόταν εξόρυξη μετάλλων. Σε κάθε περίπτωση, τα βραχογραφήματα αποτελούν μνημεία τεράστιας πολιτιστικής σημασίας, καθώς αποτελούν ένα είδος πρωτογραφής, μια πρώτη προσπάθεια του ανθρώπου να επικοινωνήσει με τους ομοίους του ή και να σηματοδοτήσει το φυσικό περιβάλλον.
Ως προς τη θεματολογία τους, τα βραχογραφήματα απεικονίζουν συνήθως ζώα, όπως ελάφια, λύκους, άλογα κ.λπ. ανθρώπους σε διάφορες στάσεις, ιππείς, κυνηγούς, τόξα, δόρατα, εργαλεία, ηλιακά σύμβολα, αφηρημένα σχέδια κ.α. Στην εικόνα βλέπουμε τη σχεδιαστική αποτύπωση χαρακτηριστικού συνόλου μορφών από την περιοχή των Φιλίππων. Παρατηρήστε την πληθώρα ζωικών μορφών, το πιθανότερο αλόγων ή ελαφιών. Η μορφή του ιππέα, ήρωα και κυνηγού, έχει ξεχωριστή θέση στη λατρεία των αρχαίων Θρακών. Αργότερα, στα κλασικά και ρωμαϊκά χρόνια τα ποικίλα αυτά μοτίβα θα αποκρυσταλλωθούν στη μορφή του Θράκα Ιππέα, με συγκεκριμένα εικονογραφικά χαρακτηριστικά, όπως θα δούμε και παρακάτω. Οι περισσότερες από τις μορφές που βλέπουμε είναι από τους Φιλίππους. Οι βραχογραφίες των Φιλίππων βρίσκονται κοντά στο παρεκκλήσι του Προφήτη Ηλία. Ο χώρος έχει διαμορφωθεί πλέον σε υπαίθριο μουσείο, με την απαραίτητη σήμανση και τα μονοπάτια και πως η μελέτη των βραχογραφιών των Φιλίππων εντάσσεται στο πρόγραμμα της ΟΥΝΕΣΚΟ για την καταγραφή των βραχογραφιών σε παγκόσμιο επίπεδο.
Το επόμενο μεγάλο επεισόδιο στην ιστορία της περιοχής συνδέεται με την ίδρυση αποικιών στο σημερινό βορειοελλαδικό χώρο από τους Έλληνες της νότιας Ελλάδας και των νησιών κατά τη διάρκεια της περιόδου μεταξύ του 8ου και 6ου π.Χ. αιώνα. Η περίοδος αυτή ονομάζεται και αλλιώς περίοδος του Β΄ Μεγάλου Αποικισμού, όταν οι Έλληνες ίδρυσαν αποικίες σχεδόν σε όλα τα παράλια της Μεσογείου και της Μαύρης Θάλασσας.
Έτσι, λοιπόν, άποικοι από το νησί της Πάρου των Κυκλάδων ιδρύουν την αρχαία Θάσο, στο σημερινό νησί της Θάσου, στις αρχές του 7ου αιώνα π.Χ. Μια γενιά αργότερα, οι Θάσιοι, μαζί με νέους αποίκους από την Πάρο, περνούν απέναντι και ιδρύουν μια σειρά από αποικίες, η πρώτη από τις οποίες θα πρέπει να ήταν η σημερινή Καβάλα, με την αρχαία ονομασία της, Νεάπολη. (Νέα Πόλη). Στην ίδια ακριβώς τοποθεσία προϋπήρχε η αρχαία Νεάπολη. Η Θασιακή Περαία έφτανε να συμπεριλάβει σχεδόν όλο το παραλιακό μέτωπο του σημερινού νομού Καβάλας,
Οι λόγοι για αυτήν την αποικιακή δραστηριότητα ήταν προφανείς: το πλούσιο σε φυσικές πρώτες ύλες έδαφος της περιοχής και κυρίως το πλούσιο σε μέταλλα υπέδαφος εγγυόταν την οικονομική ευρωστία του κράτους των Θασίων. Ας σημειωθεί, πως η επέκταση αυτή δεν έγινε χωρίς προστριβές μεταξύ των Ελλήνων αποίκων και των ντόπιων θρακικών φύλων. Ο Αρχίλοχος, ο μεγάλος αυτός λυρικός ποιητής της αρχαϊκής εποχής, ήταν από το νησί της Πάρου και έλαβε μέρος, ως πολεμιστής, στον αποικισμό της Θάσου. Σε κάποια ποιήματά του περιγράφει τους αγώνες και τις μάχες που έδωσαν οι συντοπίτες του προκειμένου να εδραιώσουν την παρουσία τους στην απέναντι ακτή.
Γεγονός είναι πως τόσο η Θάσος, ως μητρόπολη, όσο και οι αποικίες της απέναντι είχαν σημαντικά οικονομικά οφέλη από τα μεταλλεία της περιοχής. Μάλιστα όταν αργότερα, το 465 π.Χ. η Θάσος αποστάτησε από την Αθηναϊκή Συμμαχία και τελικά υποχρεώθηκε, υπό την πίεση των Αθηναίων, να συνθηκολογήσει, ένα από τα μέτρα που της επέβαλε τότε η Αθήνα ήταν η παράδοση όλων των μεταλλείων χρυσού και αργύρου που διέθετε.
Όμως οι Θάσιοι δεν παραιτήθηκαν εύκολα από τα φιλόδοξα σχέδιά τους να ελέγξουν την περιοχή και τους πόρους της: έτσι, περίπου έναν αιώνα αργότερα, το 360 π.Χ. υπό την ηγεσία του εξόριστου Αθηναίου πολιτικού Καλίστρατου, ιδρύουν τις Κρηνίδες, την τελευταία αποικία τους και την πρώτη στην ενδοχώρα της περιοχής. Το εγχείρημα ήταν τολμηρό: στην ενδοχώρα υπήρχαν πάντα φιλοπόλεμα θρακικά φύλα έτοιμα να επιτεθούν και να καταστρέψουν την αποικία. Σπανίως οι Έλληνες, όταν ίδρυαν αποικίες, εισέρχονταν στην ενδοχώρα μιας ξένης γης: σχεδόν πάντα και παντού, σε όλο το μήκος των ακτών της Μεσογείου, ο κανόνας ήταν η ίδρυση αποικιών στα παράλια.
Από την άλλη πλευρά, το κέρδος από την ίδρυση αυτής της τελευταίας αποικίας άξιζε το ρίσκο: η αποικία ήταν σε στρατηγικό σημείο, ήλεγχε το μόνο δρόμο που οδηγούσε από τα παράλια του Αιγαίου προς την ενδοχώρα της Θράκης, ήταν στο κέντρο μιας μεγάλης και εύφορης πεδιάδας και κυρίως, γειτνίαζε άμεσα με τα πλούσια χρυσοφόρα και αργυρούχα κοιτάσματα.
Τελικά οι Θάσιοι, απειλούμενοι από τους Θράκες, αναγκάστηκαν να ζητήσουν τη συνδρομή της νέας μεγάλης ελληνικής δύναμης του βορρά, των Μακεδόνων. Οι Μακεδόνες, ελληνικό φύλο για αιώνες στο περιθώριο των ιστορικών εξελίξεων, άρχισαν να ισχυροποιούνται και να επεκτείνουν το κράτος τους σταδιακά από τα τέλη του 6ου αιώνα π.Χ. Η μεγάλη όμως επέκταση έγινε υπό τη βασιλεία του Φιλίππου του Β΄. Πράγματι, ο Φίλιππος κατέστησε τη Μακεδονία πρώτη δύναμη σε πανελλήνιο επίπεδο, τη μεγαλύτερη περιφερειακή δύναμη δυτικά της Περσικής Αυτοκρατορίας.
Προς το Φίλιππο, λοιπόν, στράφηκαν οι Θάσιοι ζητώντας τη βοήθειά του και την προστασία του. Κι ο Φίλιππος βέβαια, δεν αρκέστηκε στο να απομακρύνει τους Θράκες. Εκτιμώντας τη στρατηγική θέση της θασιακής αποικίας, το 365 π.Χ. την κατέλαβε και τη μετονόμασε σε Φιλίππους, δίνοντάς της το δικό του όνομα. Παράλληλα επέκτεινε το κράτος του ανατολικά ως τον ποταμό Νέστο. Έτσι η περιοχή μεταξύ των δύο ποταμών, Στρυμόνα και Νέστου, που ως τότε θεωρούταν κομμάτι της Θράκης, πλέον θα είναι τμήμα της Μακεδονίας, η σημερινή Ανατολική Μακεδονία στη γεωγραφική διαίρεση της ελληνικής επικράτειας.
Ο Φίλιππος οχύρωσε την πόλη με ισχυρά τείχη, ορατά ως σήμερα, έφερε Μακεδόνες ως αποίκους και προίκισε την πόλη με το θέατρο. Ακόμα, αξιοποίησε νέα ορυχεία χρυσού, κοντά στην πόλη(θέση Άσυλα) και εγκατέστησε βασιλικό νομισματοκοπείο.
Ο γιος του Φιλίππου, Μέγας Αλέξανδρος, στην επιγραφή που βλέπουμε μπροστά μας, καθορίζει τα όρια της χώρας των Φιλίππων, δηλαδή της αγροτικής γης που ανήκει στη δικαιοδοσία των Φιλίππων, καθώς και τον τρόπο αξιοποίησής της. Πάντως, πρέπει να σημειωθεί πως δε γνωρίζουμε πολλά για την πόλη κατά τη διάρκεια της ακόλουθης ελληνιστικής εποχής, διότι οι ανασκαφές, προς το παρόν, έχουν αποκαλύψει μόνο τα κτίρια των μεταγενέστερων φάσεων της πόλης, δηλαδή των ρωμαϊκών και των παλαιοχριστιανικών.
Μετά τη μάχη της Πύδνας, το 168 π.Χ. η Μακεδονία περνά οριστικά πλέον στη ρωμαϊκή κυριαρχία και γίνεται ρωμαϊκή επαρχία. Μεταξύ του 148 και 120 π.Χ., οι Ρωμαίοι κατασκευάζουν ένα κολοσσιαίο έργο μεγάλης στρατιωτικής και οικονομικής σημασίας για όλα τα Βαλκάνια: πρόκειται για την Εγνατία οδό, τη Via Egnatia, η οποία οφείλει την ονομασία της στον ανθύπατο Μακεδονίας Γναίο Εγνάτιο, ο οποίος επέβλεψε την κατασκευή της. Με μήκος 535 μίλια, η Εγνατία Οδός ένωνε το Δυρράχιο με το Βυζάντιο, την Αδριατική με το Βόσπορο και περνούσε, όπως βλέπουμε και στο χάρτη, από τη Θεσσαλονίκη, τους Φιλίππους και τη Νεάπολη. Η Εγνατία Οδός έδωσε νέα ώθηση στην ανάπτυξη των Φιλίππων. Στους αιώνες που ακολούθησαν, μέσω της Εγνατίας Οδού ταξίδεψαν ιεραπόστολοι και αυτοκράτορες, προσκυνητές και κατακτητές, ακόμα κι όταν η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία είχε πλέον καταρρεύσει. Καθόλου τυχαία, ο μεγαλύτερος σύγχρονος αυτοκινητόδρομος της Βόρειας Ελλάδας, που τη διασχίζει απ’ άκρη σε άκρη, έχει την ίδια ονομασία.
Έξω από τα δυτικά τείχη των Φιλίππων, στην πεδιάδα που βλέπουμε μπροστά μας, το 42 π.Χ. έλαβε χώρα μια μάχη μεταξύ δύο ρωμαϊκών στρατών που έκρινε το μέλλον της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας: συγκεκριμένα οι Οκταβιανός και Αντώνιος νίκησαν τους δημοκρατικούς Βρούτο και Κάσσιο, μια νίκη που σηματοδότησε το τέλος της περιόδου της res publica και άνοιξε το δρόμο στον Οκταβιανό να γίνει αυτοκράτορας. Λίγο αργότερα, οι Φίλιπποι γίνονται ρωμαϊκή αποικία (Colonia Augusta Julia Philippensis) και Ρωμαίοι άποικοι και βετεράνοι εγκαθίστανται εδώ, ενισχύοντας σημαντικά τον πληθυσμό της πόλης. Η πόλη αποκτά πλέον ρωμαϊκό χαρακτήρα με επίσημη γλώσσα τα λατινικά. Μεγάλα και λαμπρά οικοδομήματα δημόσιου χαρακτήρα κτίζονται, όπως το forum με τις στοές του, ναοί κ.α.
Ο επόμενος σταθμός στην ιστορία των Φιλίππων είναι η έλευση του χριστιανισμού, η οποία συνδέεται με τα ταξίδια του Αποστόλου Παύλου. Πράγματι, το 49 μ.Χ., κατά τη δεύτερη περιοδεία του στις ρωμαϊκές επαρχίες, ο Απόστολος Παύλος, μαζί με την ακολουθία του, Σίλα και Τιμόθεο, φτάνουν στους Φιλίππους, ακολουθώντας ένα όραμα που είδε ο Παύλος όταν ήταν στην Τρωάδα: άνδρας Μακεδόνας στάθηκε μπροστά του και τον προέτρεψε να έρθει να τους κηρύξει το χριστιανισμό. Έτσι, σύμφωνα με το βιβλίο οι Πράξεις των Αποστόλων, που περιέχεται στην Καινή Διαθήκη, πήραν το πλοίο από την Τρωάδα στη Σαμοθράκη και από εκεί βγήκαν στο λιμάνι της Νεάπολης (σημερινή Καβάλα) και έπειτα συνέχισαν πεζοί στους Φιλίππους. Εκεί ο Απόστολος Παύλος, σε μια ειδυλλιακή τοποθεσία έξω από την πόλη, στις όχθες του Ζυγάκτη ποταμού, βάφτισε την πρώτη Ευρωπαία χριστιανή, την Αγία Λυδία και ίδρυσε την πρώτη χριστιανική εκκλησία στην Ευρώπη, με την οποία διατήρησε πολύ καλές σχέσεις, όπως φαίνεται από την Επιστολή προς Φιλιππησίους αλλά και από τις συνεχείς επισκέψεις του εκεί. Μάλιστα οι χριστιανοί των Φιλίππων επανειλημμένα τον βοήθησαν, με την αποστολή ανθρώπων να τον υπηρετούν ή και αγαθών, όσο ο Απόστολος Παύλος κήρυττε το χριστιανισμό.
Όταν αργότερα ο χριστιανισμός θα διαδοθεί ευρέως και θα αναγνωριστεί ως θρησκεία με το διάταγμα των Μεδιολάνων το 313, στους Φιλίππους θα κτιστεί η πρώτη χριστιανική εκκλησία, αφιερωμένη στον Απόστολο Παύλο, ένας από τους παλαιότερους υπέργειους χριστιανικούς ναούς της Ευρώπης. Αργότερα, στη διάρκεια του 4ου, 5ου και 6ου αιώνα στους Φιλίππους θα κτιστούν μεγάλες Βασιλικές καθώς και το Οκτάγωνο, ο μητροπολιτικός ναός της πόλης. Ας μην ξεχνάμε ότι βρισκόμαστε πλέον στις απαρχές της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, της πρώτης χριστιανικής αυτοκρατορίας στον κόσμο με πρωτεύουσα την Κωνσταντινούπολη. Συνολικά υπήρχαν επτά χριστιανικοί ναοί στους Φιλίππους, στοιχείο που αποδεικνύει ότι ήταν τόπος προσκυνήματος και μεγάλης σημασίας ως κέντρο του χριστιανισμού. Παράλληλα, η ελληνική γλώσσα, που ποτέ δεν είχε χαθεί, όπως γνωρίζουμε από τις επιγραφές, επιστρέφει ως επίσημη γλώσσα της πόλης. Οι Φίλιπποι, υπό την εύνοια των πρώτων βυζαντινών αυτοκρατόρων, θα σημειώσουν μια νέα ακμή.
Πρέπει να σημειωθεί, πως οι Φίλιπποι ποτέ δεν έπαψαν να είναι μια κοσμοπολίτικη πόλη: κατά τα ελληνιστικά, ρωμαϊκά και παλαιοχριστιανικά χρόνια ο πληθυσμός τους αποτελούταν από Έλληνες, εξελληνισμένους Θράκες, Ρωμαίους, ανατολίτες και Εβραίους, όπως φαίνεται και από αυτήν την ταφική στήλη παλαιοχριστιανικής εποχής, που βρέθηκε στο νεκροταφείο των Φιλίππων: ΣΙΜΩΝ – ΣΜΥΡΝΑΙ, ο Σίμωνας από τη Σμύρνη.
Πάνω στη μέγιστη ακμή τους, ένας καταστροφικός σεισμός τον 7ο αιώνα αναγκάζει πολλούς κατοίκους να εγκαταλείψουν τους Φιλίππους. Επιπλέον, η ανασφάλεια της εποχής, με τις συχνές σλαβικές επιδρομές και η επιδρομή των Βουλγάρων στην περιοχή, το έτος 837, θα οδηγήσουν σταδιακά στην παρακμή της πόλης. Οι Φίλιπποι χάνουν τη σημασία τους ως μεγάλο διοικητικό και οικονομικό κέντρο της περιοχής, αν και βέβαια επιβιώνουν και στους κατοπινούς αιώνες, ως μικρός οικισμός και σημαντικό φρούριο της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, κυρίως η ακρόπολη πάνω από την πόλη. Το τελειωτικό χτύπημα στη ζωή της πόλης θα δοθεί με την επέλαση των Οθωμανών Τούρκων, οι οποίοι το έτος 1387 καταλαμβάνουν τη Χριστούπολη (η βυζαντινή ονομασία της αρχαίας Νεάπολης, σημερινής Καβάλας) και όλη την περιοχή της Ανατολικής Μακεδονίας.
Κατά τη διάρκεια της Οθωμανικής Περιόδου οι Φίλιπποι δεν ήταν παρά ένα συνονθύλευμα μνημείων και ερειπίων, το οποίο, ωστόσο, έκανε μεγάλη εντύπωση στους ξένους περιηγητές.
Θα χρειαστεί να περάσουν αιώνες και η περιοχή να ξαναγίνει ελληνική, μετά τους Βαλκανικούς Πολέμους του 1912 -13, προκειμένου να αρχίσει η αρχαιολογική έρευνα στους Φιλίππους, πρώτα από τη Γαλλική Αρχαιολογική Σχολή Αθηνών κι ύστερα από την Ελληνική Αρχαιολογική Υπηρεσία. Η τελευταία, σε συνεργασία με το Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, διεξάγει ως σήμερα ανασκαφές και έργα συντήρησης και αναστύλωσης των αρχαιοτήτων και των μνημείων των Φιλίππων.
Ας περιηγηθούμε τώρα μαζί στον αρχαιολογικό χώρο, ξεκινώντας από τα ανατολικά τείχη της πόλης: τα τείχη της πόλης είχαν συνολικό μήκος 3.5 χιλιόμετρα και μέγιστο πλάτος περίπου 3 μέτρα. Παρατηρούμε ακόμα ότι κατά διαστήματα ενισχύονταν με πύργους. Τα κατώτερα τμήματα του τείχους που βλέπουμε, με τους μεγάλους ισοδομικούς μαρμάρινους λίθους χρονολογούνται την εποχή του Φιλίππου του Β΄ ενώ τα ανώτερα την εποχή του αυτοκράτορα του Βυζαντίου Ιουστινιανού. Βέβαια στο ενδιάμεσο χρονικό διάστημα έγιναν επίσης πολλές επισκευές.
Η ακρόπολη των Φιλίππων οχυρώνεται επίσης, για πρώτη φορά από το Φίλιππο. Το σύνολο των οχυρώσεων χρονολογείται την εποχή των Παλαιολόγων. Εδώ υπήρχε δεξαμενή, αποθήκη κι ένα μικρό παρεκκλήσι. Ξεχωρίζει ο μεγάλος, διώροφος, τετράπλευρος πύργος στο μέσο της ακρόπολης, ύστατη γραμμή άμυνας των υπερασπιστών.
Συνεχίζοντας την πορεία του ο επισκέπτης από το ανατολικό τείχος προς το εσωτερικό της πόλης, συναντά το αρχαίο θέατρο των Φιλίππων, ένα από τα μεγαλύτερα και πιο καλοδιατηρημένα αρχαία θέατρα της Ελλάδας. Όπως όλα τα αρχαία θέατρα, έτσι και των Φιλίππων χωρίζεται στο κοίλο, όπου οι κερκίδες με τα εδώλια (θέσεις) των θεατών, η ορχήστρα, όπου αρχικά έπαιζαν οι ηθοποιοί και ο χορός και η σκηνή, όπου αργότερα μεταφέρεται η δράση των ηθοποιών και παράλληλα λειτουργούν πολλοί βοηθητικοί χώροι. Χαρακτηριστικές είναι ακόμα και οι πάροδοι, οι δύο αντικριστές είσοδοι απ’ όπου έμπαιναν στην ορχήστρα ο χορός και οι ηθοποιοί.
Το θέατρο κατασκευάστηκε από το Φίλιππο το Β΄ στα μέσα του 4ου αιώνα π.Χ. Όμως η μορφή που βλέπουμε σήμερα μπροστά μας είναι κυρίως ρωμαϊκών χρόνων, αποτέλεσμα των ανακατασκευών και προσθηκών που έγιναν στη συνέχεια από τους Ρωμαίους. Στα ρωμαϊκά χρόνια χρονολογείται η πλακόστρωση της ορχήστρας, οι μαρμάρινες σειρές καθισμάτων και η κατασκευή λίθινης σκηνής, όλα αυτά στη μετάβαση από τον 1ο στο 2ο αιώνα μ.Χ.
Παράλληλα, στο 2ο αιώνα μ.Χ. το θέατρο αλλάζει χαρακτήρα και μετατρέπεται από τους Ρωμαίους σε αρένα, προσαρμόζοντας τη λειτουργία του στα θεάματα της εποχής: μονομαχίες, θηριομαχίες, κυνηγέσια. Η ανάγκη για περισσότερους θεατές οδηγεί στην προσθήκη του λεγόμενου επιθεάτρου, δηλαδή νέων σειρών εδωλίων στο πάνω τμήμα του θεάτρου. Επιπλέον, διευρύνεται η ορχήστρα και αποκτά κυκλικό σχήμα με την κατάργηση των δύο πρώτων σειρών του κοίλου και υπερυψώνεται λίθινο στηθαίο και κιγκλιδώματα για την προστασία των θεατών από τα θηρία. Ο Άρης, ως θεός του πολέμου, ήταν προστάτης θεός των μονομάχων.Το θέατρο τελικά θα παύσει να λειτουργεί ως χώρος θεαμάτων το 5ο αιώνα μ.Χ. και γύρω του θα δημιουργηθούν διάφορα εργαστήρια, ενώ ταυτόχρονα θα ξεκινήσει και η σταδιακή λιθολόγηση του κτιρίου (η απογύμνωσή του από τα αρχιτεκτονικά του μέλη και τα υλικά δομής του).
Το κτίριο της σκηνής, ρωμαϊκών χρόνων, ήταν μνημειώδες, διώροφο από την πλευρά του θεάτρου και τριώροφο από την πίσω πλευρά, λόγω της κλίσης του εδάφους. Οι ηθοποιοί έπαιζαν στο προσκήνιο, ένα υπερυψωμένο επίπεδο πάνω από την ορχήστρα. Στην πίσω όψη της, η σκηνή είχε μια στοά. Τα μέτωπα των παραστάδων της στοάς κοσμούνταν με ανάγλυφες παραστάσεις από το διονυσιακό κόσμο. Το σύνολο των παραστάσεων αφηγείται το μύθο του Λυκούργου, βασιλιά του θρακικού φύλου των Ηδωνών ο οποίος αντιμαχόταν τη λατρεία του Διονύσου με αποτέλεσμα ο θεός να τον τιμωρήσει: του έστειλε μανία κι αυτός έσφαξε τα παιδιά του, νομίζοντας ότι κλαδεύει κλήματα.
Συνεχίζοντας ο επισκέπτης τη διαδρομή του προς το εσωτερικό της πόλης θα δει στα δεξιά του τα ιερά της Άρτεμης, του Συλβανού, της Κυβέλης, της Ίσιδος κι άλλων θεοτήτων, ιερά που χρονολογούνται στα ελληνιστικά και ρωμαϊκά χρόνια. Αντιλαμβάνεται κανείς, πως μέσα στα όρια του Μακεδονικού Βασιλείου κι αργότερα της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας υπήρχε ένας θρησκευτικός συγκρητισμός, η παράλληλη δηλαδή λατρεία ποικίλων θεοτήτων διαφορετικής προελεύσεως. Πιο κάτω υπάρχει το ιερό με τις τρεις κόγχες, το οποίο συνδέεται με τη λατρεία του θεού Συλβανού, την οποία έφεραν μαζί τους οι Ρωμαίοι άποικοι.
Αμέσως μετά, ο επισκέπτης θα αντικρύσει τη λεγόμενη Βασιλική Α΄, μεγάλη (130 x 50 μ.) τρίκλιτη παλαιοχριστιανική Βασιλική με εγκάρσιο κλίτος, χρονολογημένη στο τέλος του 5ου αιώνα. Η Βασιλική διέθετε υπερώο, στο οποίο οδηγούσε κλίμακα ανόδου. Διακρίνεται ακόμα στο κεντρικό της κλίτος η βάση από τον άμβωνα, όπου στεκόταν ο ιερέας και έκανε το κήρυγμά του, το φράγμα του πρεσβυτερίου πίσω από το οποίο ήταν το ιερό και η κόγχη του, η βάση της αγίας τράπεζας με το εγκαίνιο από κάτω της καθώς και το σύνθρονον, θέσεις δηλαδή για τους ιερείς. Ας σημειωθεί ότι τα χαρακτηριστικά αυτά είναι κοινά σε όλους τους παλαιοχριστιανικούς ναούς. Τα κιονόκρανα των κιόνων του ναού και τα θωράκια χαρακτηρίζονται από την έξοχη γλυπτή τους διακόσμηση.
Στο δυτικό άκρο της Βασιλικής υπήρχε ένα αίθριο και κάτω ακριβώς από αυτό μια δεξαμενή ρωμαϊκών χρόνων, η οποία θεωρήθηκε ότι ήταν η «φυλακή του Αποστόλου Παύλου» (με βάση τη διήγηση των Πράξεων των Αποστόλων) και διαμορφώθηκε σε λατρευτικό χώρο με τοιχογραφίες από τη ζωή του Παύλου, πιθανόν κατά τον 9ο αιώνα.
Λίγο πιο πάνω υπάρχει άλλη μία Βασιλική και το μουσείο, Εμείς θα συνεχίσουμε περνώντας το δρόμο απέναντι και θα επισκεφτούμε το forum, τη Βασιλική Β΄, και το Οκτάγωνο.
βλέπουμε το forum των Φιλίππων, όπως διαμορφώθηκε κατά το 2ο αιώνα μ.Χ. Η παραλληλόγραμμη αυτή πλατεία έχει διαστάσεις 100 x 50 μέτρα και περιβάλλεται: από κρήνες και το βήμα για τους ρήτορες στα βόρεια, από δύο ναούς, ανατολικά και δυτικά, κορινθιακού ρυθμού, αφιερωμένους στην αυτοκρατορική λατρεία και στο Genius, τον προστάτη δαίμονα της αποικίας, από το κτίριο της συγκλήτου και το αγορανομείο στα δυτικά, όπου ήταν τα επίσημα μέτρα και σταθμά της πόλης, από το κτίριο της βιβλιοθήκης στα ανατολικά, όπου βρέθηκε και το άγαλμα του Λογίου Ερμή, και από μια στοά εμπορικού και βιοτεχνικού χαρακτήρα στα νότια.
Η αγορά περιβαλλόταν από δύο παράλληλους δρόμους: ο πρώτος ήταν η decumanus maximus της πόλης, ο μεγαλύτερος δρόμος της δηλαδή, που τη διέσχιζε από άκρη σε άκρη, από ανατολικά προς δυτικά και ένωνε τις δύο πύλες της. Κάποιοι ερευνητές ταυτίζουν το δρόμο αυτό με την Εγνατία Οδό, η οποία, όπως είπαμε, περνούσε από τους Φιλίππους. Ο δεύτερος δρόμος είναι η λεγόμενη εμπορική οδός, διότι υπάρχει αυτή η σειρά από καταστήματα.
Το επόμενο σημαντικό μνημείο των Φιλίππων είναι η Βασίλική Β΄. Η ανέγερση του κτιρίου έγινε περίπου το έτος 550. Από άποψη αρχιτεκτονικής πρόκειται για ένα μεταβατικό τύπο μνημείου από την ξυλόστεγη Βασιλική, όπως η βασιλική Α΄ που είδαμε προηγουμένως, στη Βασιλική με τρούλο, όπως η Αγία Σοφία Κωνσταντινούπολης. Η Βασιλική Β΄ συγκεκριμένα στεγαζόταν από ένα μεγάλο θόλο πάνω από το κεντρικό της κλίτος, θόλος που στηριζόταν σε 4 γιγαντιαίους πεσσούς. Το ιερό στεγαζόταν από ένα μικρότερο θόλο. Αξιοπρόσεκτοι είναι και οι κίονες του ναού, από πράσινο θεσσαλικό μάρμαρο.
Παρατηρούμε ακόμα ότι στους τοίχους του μνημείου υπήρχε εναλλαγή μεταξύ ζωνών από λίθους με ζώνες από πλίνθους. Είναι το περίφημο opus mixtum που καθιέρωσαν οι Ρωμαίοι.Οι λόγοι που το έκαναν αυτό είναι δύο.
Ο ένας λόγος είναι για διακόσμηση….ο άλλος είναι για αντισεισμική προστασία του μνημείου: οι παρεμβαλλόμενες ζώνες από πλίνθους προσφέρουν ελαστικότητα στους τοίχους έναντι των κραδασμών των σεισμικών δονήσεων.
Και περνάμε στο συγκρότημα του Οκταγώνου. Ο οκταγωνικός ναός των Φιλίππων ήταν η μητρόπολη της πόλης κι ήταν αφιερωμένος στον Απόστολο Παύλο. Αποτελούσε πόλο έλξης πολλών προσκυνητών απ’ όλη την αυτοκρατορία. Μια μεγάλη στοά οδηγούσε κατευθείαν στο ναό. Στα δεξιά της στοάς υπήρχε ο ξενώνας για τους προσκυνητές κι αμέσως μετά ένα αίθριο, που χρησίμευε ως αυλή.
Το Οκτάγωνο κτίστηκε πάνω σχεδόν από έναν υπόγειο ελληνιστικό τάφο, μακεδονικού τύπου, που χρονολογείται στο 2ο αιώνα π.Χ. Εντύπωση προκαλεί το γεγονός ότι έχουμε ένα τάφο intra muros, εντός των τειχών, σε κεντρικότατο σημείο της πόλης, κάτι που φανερώνει ότι ο νεκρός του τάφου πρέπει να ήταν πολύ σημαντικό πρόσωπο για την κοινωνία των Φιλίππων. Έγινε ανασκαφή που αποκάλυψε μια σαρκοφάγο που περιείχε τα οστά ενός νεαρού άνδρα. Μια επιγραφή στο χείλος της σαρκοφάγου μας φανερώνει ότι αυτός ήταν ο Ευηφένης, ο γιος του Εξήκεστου. Γνωρίζουμε από άλλες πηγές ότι ήταν μύστης των Καβείριων μυστηρίων της Σαμοθράκης.
Γεγονός είναι πως πρόκειται για πλούσιο τάφο: ο νεκρός έφερε χρυσό στεφάνι, όπως τα χρυσά στεφάνια των νεκρών Μακεδόνων αριστοκρατών και άλλα χρυσά κοσμήματα.Τώρα, το ενδιαφέρον στοιχείο είναι ότι πάνω από αυτόν τον τάφο διαμορφώθηκε ένα ηρώο στο οποίο απέδιδαν λατρεία και τιμές στο νεκρό. Το ακόμα πιο ενδιαφέρον στοιχείο είναι ότι δίπλα στο ηρώο αυτό, όταν ο χριστιανισμός είχε πλέον αναγνωριστεί, κτίστηκε ο μικρός αυτός ναός προς τιμή του Αποστόλου Παύλου, ένας από τους παλαιότερους ναούς της Ευρώπης, μεταξύ του 312 και 343 μ.Χ.
Από το ναό σώζεται εν μέρει το ψηφιδωτό του δάπεδο σήμερα, πλοχμοί, σπείρες κ.α. γεωμετρικά μοτίβα, μαζί με χαρακτηριστικά θέματα παλαιοχριστιανικής τέχνης, όπως το δέντρο με τα πουλιά συνθέτουν το σύνολο των ψηφιδωτών για τα οποία έχουμε και την κτητορική επιγραφή: διαβάζουμε:
Πορφύριος επίσκοπος την κέντησιν βασιλικής Παυλου εποίησεν εν Χριστώ.
Γνωρίζουμε ότι ο επίσκοπος των Φιλίππων Πορφύριος υπέγραψε τα πρακτικά της συνέλευσης των Σάρδεων το έτος 342.
Στη θέση αυτού του πρώτου μικρού ναού θα κτιστεί αργότερα, το έτος 400 ο μεγάλος οκταγωνικός μητροπολιτικός ναός των Φιλίππων, αφιερωμένος και πάλι στον Απόστολο Παύλο. Συνολικά υπάρχουν περίπου 30 τέτοια κτίρια από τους πρώτους αιώνες του Βυζαντίου. Ανήκουν στην ομάδα των περίκεντρων κτιρίων, όπως οι ροτόντες.
Η σημασία αυτού του ναού ήταν μεγάλη γιατί λειτουργούσε και ως Βαπτιστήριο, το μεγαλύτερο και σημαντικότερο της ευρύτερης περιοχής. Υπήρχε ακόμα μνημειώδης κρήνη κι άλλα βοηθητικά διαμερίσματα για το μυστήριο της βάπτισης και τις υπόλοιπες τελετουργίες που γίνονταν στο ναό. Ας σημειωθεί ότι οι βαπτίσεις, μέχρι την εποχή του Ιουστινιανού, ήταν ομαδικές, αναπόσπαστα συνδεδεμένες με τη Θεία Λειτουργία, περιλάμβαναν ενηλίκους και γίνονταν κατά αποκλειστικότητα μόνο από τον επίσκοπο στη διάρκεια μεγάλων εορτών του χριστιανισμού.
Φεύγοντας από το χώρο, ο επισκέπτης μπορεί να ρίξει μια ματιά και στο Επισκοπείο, την έδρα του Επισκόπου, στην οποία βρέθηκαν πολλοί μικροί λινοί, δηλαδή πατητήρια, στοιχείο που αποδεικνύει ότι το κρασί ήταν βασικό προϊόν παραγωγής για τους Φιλίππους.
Πιο κάτω θα συναντήσουμε το Βαλανείο, το οποίο, πρέπει να πούμε, ότι λειτουργούσε ακριβώς όπως ένα σύγχρονο συγκρότημα σάουνας και λουτρών. Χωριζόταν σε τρεις βασικές αίθουσες: το frigidariun, η ψυχρή αίθουσα, το tepidarium, η ενδιάμεση και το caldarium, η θερμή.
Πρέπει να σημειώσουμε πως ο ερχομός του χριστιανισμού το πέρασμα του Αποστόλου Παύλου είναι ζωντανά ακόμα και σήμερα στην περιοχή: ο επισκέπτης που θα έρθει αξίζει να πάει και μέχρι το σημείο όπου βαφτίστηκε η πρώτη γυναίκα της Ευρώπης: εκεί η Μητρόπολη Φιλίππων, Νεαπόλεως και Θάσου έχει κτίσει ένα σύγχρονο βαπτιστήριο, το Βαπτιστήριο της Αγίας Λυδίας, το οποίο συμπεριλαμβάνει ένα ανοιχτό βαπτιστήριο στις όχθες του ποταμού, κατά τα πρότυπα των πρώτων χριστιανών κι ένα σύγχρονο ναό – βαπτιστήριο, μοναδικό στο είδος του στην Ελλάδα, οκταγωνικής μορφής, με κεντρική, κτιστή κολυμπήθρα, υαλογραφίες στα παράθυρα και ψηφιδωτά.
Όσο για τον Απόστολο Παύλο, αυτός τιμάται στην Καβάλα ως ο πολιούχος Άγιός της. Ακόμα, σε σημείο με πανοραμική θέα πάνω από την πόλη, εκεί όπου κατά παράδοση σταμάτησε ο Παύλος με το Σίλα και τον Τιμόθεο για να ξεκουραστούν, βρίσκεται σήμερα το Μοναστήρι του Αγίου Σίλα.
Το αρχαίο θέατρο, συνεχίζει να επιτελεί σήμερα τον πολιτιστικό και παιδαγωγικό του ρόλο: από το 1957 και κάθε χρόνο, πραγματοποιούνται εδώ θεατρικές παραστάσεις και μουσικές εκδηλώσεις, στα πλαίσια του Φεστιβάλ Φιλίππων, του μεγαλύτερου θεατρικού Φεστιβάλ της Βορείου Ελλάδας. Σε όλα αυτά τα χρόνια, μεγάλοι ηθοποιοί και σκηνοθέτες ανέβασαν εδώ τα αριστουργήματα της αρχαίας ελληνικής και της παγκόσμιας δραματουργίας.
Όσο για τους Φιλίππους, εξακολουθούν και κρύβουν μυστικά, που η αρχαιολογική σκαπάνη αποκαλύπτει. Οι Φίλιπποι αρχαιολογικά έχουν να δώσουν πολλά ακόμα και να προσφέρουν ακόμα στη σύγχρονη γενιά.
Αυτή, λοιπόν, είναι η ιστορία των Φιλίππων, το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον τους: ένας τόπος διαχρονικής αξίας όχι μόνο για την Ελλάδα, αλλά για ολόκληρο τον κόσμο. Σας ευχαριστώ.
Κουγιουμτζόγλου Δημήτριος
Φιλόλογος -αρχαιολόγος
Ο αρχαιολογικός χώρος των Φιλίππων βρίσκεται στη Βόρεια Ελλάδα, στην περιοχή της Ανατολικής Μακεδονίας και συγκεκριμένα στο νομό Καβάλας. Είναι 15 χιλιόμετρα βορείως της Καβάλας, που είναι η πρωτεύουσα του νομού και περίπου 180 χιλιόμετρα ανατολικά της Θεσσαλονίκης, της συμπρωτεύουσας της Ελλάδας. Οι Φίλιπποι γειτνιάζουν με το σύγχρονο οικισμό των Κρηνίδων, έδρα του ομώνυμου δήμου Φιλίππων.
Το φυσικό περιβάλλον της περιοχής χαρακτηρίζεται από τη μεγάλη πεδιάδα της Δράμας, πάνω από την οποία, στο μεγαλύτερο μέρος της δεσπόζει το όρος Παγγαίο. Με ύψος περίπου 2000 μ. το Παγγαίο είναι ένα από τα πιο γοητευτικά βουνά της Ελλάδας, καθόλου τυχαία το ιερό βουνό του θεού Διόνυσου κατά την αρχαιότητα. Σύμφωνα με την παράδοση, εδώ οι Μαινάδες κατασπάραξαν το σώμα του Ορφέα. Λέγεται μάλιστα πως κοντά στην κορυφή του υπήρχε και το ιερό του θεού της χαράς και του κρασιού, ενώ στα σπλάχνα του έκρυβε κοιτάσματα χρυσού αμύθητης αξίας, τα οποία και εκμεταλλεύτηκαν οι βασιλείς της Μακεδονίας Φίλιππος ο Β΄ και ο διάδοχός του, ο Μέγας Αλέξανδρος, για να χρηματοδοτήσουν τις πολυδάπανες εκστρατείες τους.
Από την προϊστορική εποχή ως και τη δεκαετία του 1930, το μεγαλύτερο μέρος της πεδιάδας καλυπτόταν από έλη. Αυτό βεβαίως συνεπαγόταν και την ύπαρξη γόνιμων, καλλιεργήσιμων εδαφών καθώς και πολλές πηγές νερού όπως μαρτυρούν και τα σύγχρονα τοπωνύμια της περιοχής: Κρηνίδες, Κεφαλάρι, Βρυσούλες. Οι παραπάνω παράγοντες, σε συνδυασμό με ένα φυσικό περιβάλλον πλούσιο σε πρώτες ύλες και με ποικιλία χλωρίδας και πανίδας συντέλεσαν ώστε από νωρίς να υπάρξει ανθρώπινη παρουσία στην περιοχή. Πράγματι, κατά τη διάρκεια της Νεολιθικής Εποχής ιδρύεται ο προϊστορικός οικισμός του Ντικιλί Τας, δύο χιλιόμετρα νοτιοανατολικά των Φιλίππων.
Η ονομασία Ντικιλί Τας ανάγεται στα χρόνια της τουρκοκρατίας και σημαίνει «Όρθια Πέτρα». Κι αυτό γιατί δίπλα στην προϊστορική τούμπα, δηλαδή το τεχνητό γήλοφο που βλέπουμε εδώ, ακόμα και σήμερα πυργώνει το ύψους 3,5 μέτρων μαρμάρινο επιτύμβιο μνημείο του Ρωμαίου αξιωματούχου Vibius Quartus, στο οποίο οφείλεται η ονομασία. Αξίζει να σημειωθεί, πως, σύμφωνα με μια παράδοση, στα χρόνια της τουρκοκρατίας το μνημείο συνδεόταν από τους ντόπιους με την ιστορία του Μεγάλου Αλεξάνδρου και το ονόμαζαν «το παχνί του Βουκεφάλα», δηλαδή το παχνί του αλόγου του μεγάλου στρατηλάτη. Μάλιστα, όπως παρατηρείτε και στη φωτογραφία, το μνημείο ήταν γύρω –γύρω φαγωμένο, καθώς οι γυναίκες της περιοχής το έξυναν και το τρίμα που έπαιρναν το ανακάτευαν με νερό και το έπιναν, με την ελπίδα να γεννήσουν αρσενικά παιδιά, γερά, όπως ο Μέγας Αλέξανδρος.
Οι αρχαιολογικές έρευνες στον προϊστορικό οικισμό του Ντικιλί Τας ξεκίνησαν το 1961 και διεξάγονται περιοδικά μέχρι σήμερα από την ελληνική αρχαιολογική υπηρεσία από κοινού με τη Γαλλική Αρχαιολογική Σχολή. Οι έρευνες έδειξαν πως ο οικισμός του Ντικιλί Τας κατοικήθηκε από τη Μέση Νεολιθική Περίοδο, γύρω στο 5500 π.Χ. ως και το τέλος της Ύστερης Εποχής του Χαλκού, περίπου το 1100 π.Χ. Η κατοίκηση δεν υπήρξε συνεχής, αλλά με ενδιάμεσα κενά. Τα σπίτια ήταν παραλληλόγραμμα και κάθε δωμάτιο διέθετε ένα φούρνο, πλάι στον οποίο υπήρχε ένας πάγκος όπου τοποθετούσαν τα σύνεργα καθημερινής χρήσης.
Οι άνθρωποι που έζησαν εδώ ήταν κατά κύριο λόγο γεωργοί και κτηνοτρόφοι. Μέσα στα σπίτια τους βρίσκουμε μεγάλες ποσότητες καμμένων σπόρων από σιτάρι, κριθάρι και όσπρια, διάφορους καρπούς, καθώς και οστά ζώων, είτε εξημερωμένων, όπως βόδια, γουρούνια, πρόβατα, κατσίκες, είτε άγριων, όπως ελάφια, αρκούδες, αγριόχοιροι, που υπήρχαν στα δάση της περιοχής. Βρίσκουμε επίσης κοχύλια και οστά ψαριών, αλμυρού και γλυκού νερού. Από τα παραπάνω, το πιο ενδιαφέρον εύρημα, που προέρχεται από το εικονιζόμενο σπίτι, είναι οι περίπου 2460 σπόροι και υπολείμματα σταφυλιού. Στο σύνολο αυτό βρέθηκαν και 300 δείγματα άδειων, πατημένων σταφυλιών, σύμφωνα πάντα με τα αποτελέσματα μελέτης Ελλήνων επιστημόνων που δημοσιεύτηκε το έτος 2007 στο περιοδικό Antiquity. Με βάση τα πορίσματα της μελέτης, συνάγεται το συμπέρασμα πως στο Ντικιλί Τας υπήρξε όχι μόνο μια πρώιμη καλλιέργεια αμπέλου αλλά και η αρχαιότερη στην Ευρώπη παραγωγή κρασιού. Ίσως γι’ αυτό και το παρακείμενο Παγγαίο να υπήρξε στην αρχαιότητα το ιερό βουνό του Διονύσου, όπως τονίστηκε και πριν.
Στο Ντικιλί Τας, όμως, ανήκει και μια άλλη πρωτιά: μια χάλκινη χάντρα, που προέρχεται από την αρχαιότερη φάση του οικισμού, δηλαδή γύρω στο 5500 π.Χ. αποτελεί το αρχαιότερο δείγμα μεταλλικού αντικειμένου που προέρχεται από τον αιγαιακό χώρο.
Η καλλιτεχνικές και πνευματικές αναζητήσεις των κατοίκων έβρισκαν διέξοδο και στην παραγωγή μιας σειράς πήλινων ειδωλίων, δείγμα των οποίων βλέπουμε εδώ, μια ανδρική μορφή με έντονα σχηματοποιημένα χαρακτηριστικά.
Τα τελευταία χρόνια έχει ξεκινήσει στο Ντικιλί Τας ένα πρόγραμμα πειραματικής αρχαιολογίας, δηλαδή μια προσπάθεια ανασύστασης του υλικού βίου των νεολιθικών ανθρώπων με την κατασκευή των εργαλείων, των αγγείων και των σπιτιών τους, κατά το δυνατόν όπως θα τα έκαναν και οι ίδιοι. Στην εικόνα βλέπουμε ένα αντίγραφο νεολιθικού φούρνου σε χρήση. Ο συγκεκριμένος φούρνος κατασκευάστηκε ολόιδιος με αυτούς που βρέθηκαν στις ανασκαφές και χρησιμοποιήθηκε πολλές φορές με επιτυχία.
Με το τέλος της Εποχής του Χαλκού, γύρω στα 1100 π.Χ. εγκαταλείπεται ο οικισμός του Ντικιλί Τας. Η κατοίκηση μεταφέρεται πλέον στον παρακείμενο απότομο βραχώδη λόφο, εκεί όπου αργότερα θα κτιστεί η ακρόπολη των Φιλίππων. Είμαστε πλέον στην Εποχή του Σιδήρου και, σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, κυρίως αυτές που μας δίνει η κεραμική, νέες ομάδες ανθρώπων πρέπει να εισέρχονται στο σημερινό βορειοελλαδικό χώρο, αυτοί που οι Έλληνες ονόμασαν Θράκες. Θράκες πρέπει να ήταν κι αυτοί που κατοικούσαν στην περιοχή των Φιλίππων. Πολεμοχαρή φύλα, οι Θράκες είχαν τη συνήθεια να ζουν σε οχυρωμένους και δυσπρόσιτους οικισμούς στις κορυφές απότομων λόφων, όπως αυτός των Φιλίππων. Σύμφωνα με τις πληροφορίες αρχαίων Ελλήνων συγγραφέων, κυρίως του Θουκυδίδη και του Διοδώρου, οι Ήδωνες ήταν το θρακικό φύλο που κατοικούσε στην περιοχή των μεταγενέστερων Φιλίππων. Γενάρχης της φυλής τους θεωρείτο ο Ήδωνις, γιος του Άρη και της κόρης του ποταμού Νέστου Καλλιρρόης.
Τα τελευταία χρόνια, η έρευνα στην Ελλάδα τείνει να συνδέσει με την παρουσία των Θρακών και τα ποικίλα βραχογραφήματα που είναι διάσπαρτα στη Θράκη και την Ανατολική Μακεδονία και βέβαια τα βρίσκουμε και στην περιοχή των Φιλίππων. Τα βραχογραφήματα είναι απεικονίσεις ποικίλων θεμάτων πάνω σε βράχο που γίνονται είτε με χάραξη, είτε με λάξευση ή και με κρούση της επιφάνειας του βράχου με σκληρά, λεπτά και αιχμηρά αντικείμενα, από μέταλλο ή πέτρα. Στην Ελλάδα, συνήθως τα συναντάμε σε ορεινές τοποθεσίες, σε σημεία όπου υπάρχουν πηγές, αποτελούν πέρασμα ή και εποπτεύουν πανοραμικά το γύρω περιβάλλον. Σε πολλές περιπτώσεις, τα βραχογραφήματα συνδέονται με μεγαλιθικούς τάφους ή υπαίθρια ιερά. Άλλωστε δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι σε θέσεις όπου έγιναν κάποτε βραχογραφήματα αργότερα υπήρξαν ιερά στα ελληνιστικά ή ρωμαϊκά χρόνια και αργότερα χριστιανικοί ναοί, συνήθως του Αγίου Γεωργίου ή του Προφήτη Ηλία, ακόμα και μουσουλμανικά ιερά της αίρεσης των Μπεκτασίδων. Δεν είναι σπάνιο ακόμα το φαινόμενο να βρίσκονται σε μέρη όπου γινόταν εξόρυξη μετάλλων. Σε κάθε περίπτωση, τα βραχογραφήματα αποτελούν μνημεία τεράστιας πολιτιστικής σημασίας, καθώς αποτελούν ένα είδος πρωτογραφής, μια πρώτη προσπάθεια του ανθρώπου να επικοινωνήσει με τους ομοίους του ή και να σηματοδοτήσει το φυσικό περιβάλλον.
Ως προς τη θεματολογία τους, τα βραχογραφήματα απεικονίζουν συνήθως ζώα, όπως ελάφια, λύκους, άλογα κ.λπ. ανθρώπους σε διάφορες στάσεις, ιππείς, κυνηγούς, τόξα, δόρατα, εργαλεία, ηλιακά σύμβολα, αφηρημένα σχέδια κ.α. Στην εικόνα βλέπουμε τη σχεδιαστική αποτύπωση χαρακτηριστικού συνόλου μορφών από την περιοχή των Φιλίππων. Παρατηρήστε την πληθώρα ζωικών μορφών, το πιθανότερο αλόγων ή ελαφιών. Η μορφή του ιππέα, ήρωα και κυνηγού, έχει ξεχωριστή θέση στη λατρεία των αρχαίων Θρακών. Αργότερα, στα κλασικά και ρωμαϊκά χρόνια τα ποικίλα αυτά μοτίβα θα αποκρυσταλλωθούν στη μορφή του Θράκα Ιππέα, με συγκεκριμένα εικονογραφικά χαρακτηριστικά, όπως θα δούμε και παρακάτω. Οι περισσότερες από τις μορφές που βλέπουμε είναι από τους Φιλίππους. Οι βραχογραφίες των Φιλίππων βρίσκονται κοντά στο παρεκκλήσι του Προφήτη Ηλία. Ο χώρος έχει διαμορφωθεί πλέον σε υπαίθριο μουσείο, με την απαραίτητη σήμανση και τα μονοπάτια και πως η μελέτη των βραχογραφιών των Φιλίππων εντάσσεται στο πρόγραμμα της ΟΥΝΕΣΚΟ για την καταγραφή των βραχογραφιών σε παγκόσμιο επίπεδο.
Το επόμενο μεγάλο επεισόδιο στην ιστορία της περιοχής συνδέεται με την ίδρυση αποικιών στο σημερινό βορειοελλαδικό χώρο από τους Έλληνες της νότιας Ελλάδας και των νησιών κατά τη διάρκεια της περιόδου μεταξύ του 8ου και 6ου π.Χ. αιώνα. Η περίοδος αυτή ονομάζεται και αλλιώς περίοδος του Β΄ Μεγάλου Αποικισμού, όταν οι Έλληνες ίδρυσαν αποικίες σχεδόν σε όλα τα παράλια της Μεσογείου και της Μαύρης Θάλασσας.
Έτσι, λοιπόν, άποικοι από το νησί της Πάρου των Κυκλάδων ιδρύουν την αρχαία Θάσο, στο σημερινό νησί της Θάσου, στις αρχές του 7ου αιώνα π.Χ. Μια γενιά αργότερα, οι Θάσιοι, μαζί με νέους αποίκους από την Πάρο, περνούν απέναντι και ιδρύουν μια σειρά από αποικίες, η πρώτη από τις οποίες θα πρέπει να ήταν η σημερινή Καβάλα, με την αρχαία ονομασία της, Νεάπολη. (Νέα Πόλη). Στην ίδια ακριβώς τοποθεσία προϋπήρχε η αρχαία Νεάπολη. Η Θασιακή Περαία έφτανε να συμπεριλάβει σχεδόν όλο το παραλιακό μέτωπο του σημερινού νομού Καβάλας,
Οι λόγοι για αυτήν την αποικιακή δραστηριότητα ήταν προφανείς: το πλούσιο σε φυσικές πρώτες ύλες έδαφος της περιοχής και κυρίως το πλούσιο σε μέταλλα υπέδαφος εγγυόταν την οικονομική ευρωστία του κράτους των Θασίων. Ας σημειωθεί, πως η επέκταση αυτή δεν έγινε χωρίς προστριβές μεταξύ των Ελλήνων αποίκων και των ντόπιων θρακικών φύλων. Ο Αρχίλοχος, ο μεγάλος αυτός λυρικός ποιητής της αρχαϊκής εποχής, ήταν από το νησί της Πάρου και έλαβε μέρος, ως πολεμιστής, στον αποικισμό της Θάσου. Σε κάποια ποιήματά του περιγράφει τους αγώνες και τις μάχες που έδωσαν οι συντοπίτες του προκειμένου να εδραιώσουν την παρουσία τους στην απέναντι ακτή.
Γεγονός είναι πως τόσο η Θάσος, ως μητρόπολη, όσο και οι αποικίες της απέναντι είχαν σημαντικά οικονομικά οφέλη από τα μεταλλεία της περιοχής. Μάλιστα όταν αργότερα, το 465 π.Χ. η Θάσος αποστάτησε από την Αθηναϊκή Συμμαχία και τελικά υποχρεώθηκε, υπό την πίεση των Αθηναίων, να συνθηκολογήσει, ένα από τα μέτρα που της επέβαλε τότε η Αθήνα ήταν η παράδοση όλων των μεταλλείων χρυσού και αργύρου που διέθετε.
Όμως οι Θάσιοι δεν παραιτήθηκαν εύκολα από τα φιλόδοξα σχέδιά τους να ελέγξουν την περιοχή και τους πόρους της: έτσι, περίπου έναν αιώνα αργότερα, το 360 π.Χ. υπό την ηγεσία του εξόριστου Αθηναίου πολιτικού Καλίστρατου, ιδρύουν τις Κρηνίδες, την τελευταία αποικία τους και την πρώτη στην ενδοχώρα της περιοχής. Το εγχείρημα ήταν τολμηρό: στην ενδοχώρα υπήρχαν πάντα φιλοπόλεμα θρακικά φύλα έτοιμα να επιτεθούν και να καταστρέψουν την αποικία. Σπανίως οι Έλληνες, όταν ίδρυαν αποικίες, εισέρχονταν στην ενδοχώρα μιας ξένης γης: σχεδόν πάντα και παντού, σε όλο το μήκος των ακτών της Μεσογείου, ο κανόνας ήταν η ίδρυση αποικιών στα παράλια.
Από την άλλη πλευρά, το κέρδος από την ίδρυση αυτής της τελευταίας αποικίας άξιζε το ρίσκο: η αποικία ήταν σε στρατηγικό σημείο, ήλεγχε το μόνο δρόμο που οδηγούσε από τα παράλια του Αιγαίου προς την ενδοχώρα της Θράκης, ήταν στο κέντρο μιας μεγάλης και εύφορης πεδιάδας και κυρίως, γειτνίαζε άμεσα με τα πλούσια χρυσοφόρα και αργυρούχα κοιτάσματα.
Τελικά οι Θάσιοι, απειλούμενοι από τους Θράκες, αναγκάστηκαν να ζητήσουν τη συνδρομή της νέας μεγάλης ελληνικής δύναμης του βορρά, των Μακεδόνων. Οι Μακεδόνες, ελληνικό φύλο για αιώνες στο περιθώριο των ιστορικών εξελίξεων, άρχισαν να ισχυροποιούνται και να επεκτείνουν το κράτος τους σταδιακά από τα τέλη του 6ου αιώνα π.Χ. Η μεγάλη όμως επέκταση έγινε υπό τη βασιλεία του Φιλίππου του Β΄. Πράγματι, ο Φίλιππος κατέστησε τη Μακεδονία πρώτη δύναμη σε πανελλήνιο επίπεδο, τη μεγαλύτερη περιφερειακή δύναμη δυτικά της Περσικής Αυτοκρατορίας.
Προς το Φίλιππο, λοιπόν, στράφηκαν οι Θάσιοι ζητώντας τη βοήθειά του και την προστασία του. Κι ο Φίλιππος βέβαια, δεν αρκέστηκε στο να απομακρύνει τους Θράκες. Εκτιμώντας τη στρατηγική θέση της θασιακής αποικίας, το 365 π.Χ. την κατέλαβε και τη μετονόμασε σε Φιλίππους, δίνοντάς της το δικό του όνομα. Παράλληλα επέκτεινε το κράτος του ανατολικά ως τον ποταμό Νέστο. Έτσι η περιοχή μεταξύ των δύο ποταμών, Στρυμόνα και Νέστου, που ως τότε θεωρούταν κομμάτι της Θράκης, πλέον θα είναι τμήμα της Μακεδονίας, η σημερινή Ανατολική Μακεδονία στη γεωγραφική διαίρεση της ελληνικής επικράτειας.
Ο Φίλιππος οχύρωσε την πόλη με ισχυρά τείχη, ορατά ως σήμερα, έφερε Μακεδόνες ως αποίκους και προίκισε την πόλη με το θέατρο. Ακόμα, αξιοποίησε νέα ορυχεία χρυσού, κοντά στην πόλη(θέση Άσυλα) και εγκατέστησε βασιλικό νομισματοκοπείο.
Ο γιος του Φιλίππου, Μέγας Αλέξανδρος, στην επιγραφή που βλέπουμε μπροστά μας, καθορίζει τα όρια της χώρας των Φιλίππων, δηλαδή της αγροτικής γης που ανήκει στη δικαιοδοσία των Φιλίππων, καθώς και τον τρόπο αξιοποίησής της. Πάντως, πρέπει να σημειωθεί πως δε γνωρίζουμε πολλά για την πόλη κατά τη διάρκεια της ακόλουθης ελληνιστικής εποχής, διότι οι ανασκαφές, προς το παρόν, έχουν αποκαλύψει μόνο τα κτίρια των μεταγενέστερων φάσεων της πόλης, δηλαδή των ρωμαϊκών και των παλαιοχριστιανικών.
Μετά τη μάχη της Πύδνας, το 168 π.Χ. η Μακεδονία περνά οριστικά πλέον στη ρωμαϊκή κυριαρχία και γίνεται ρωμαϊκή επαρχία. Μεταξύ του 148 και 120 π.Χ., οι Ρωμαίοι κατασκευάζουν ένα κολοσσιαίο έργο μεγάλης στρατιωτικής και οικονομικής σημασίας για όλα τα Βαλκάνια: πρόκειται για την Εγνατία οδό, τη Via Egnatia, η οποία οφείλει την ονομασία της στον ανθύπατο Μακεδονίας Γναίο Εγνάτιο, ο οποίος επέβλεψε την κατασκευή της. Με μήκος 535 μίλια, η Εγνατία Οδός ένωνε το Δυρράχιο με το Βυζάντιο, την Αδριατική με το Βόσπορο και περνούσε, όπως βλέπουμε και στο χάρτη, από τη Θεσσαλονίκη, τους Φιλίππους και τη Νεάπολη. Η Εγνατία Οδός έδωσε νέα ώθηση στην ανάπτυξη των Φιλίππων. Στους αιώνες που ακολούθησαν, μέσω της Εγνατίας Οδού ταξίδεψαν ιεραπόστολοι και αυτοκράτορες, προσκυνητές και κατακτητές, ακόμα κι όταν η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία είχε πλέον καταρρεύσει. Καθόλου τυχαία, ο μεγαλύτερος σύγχρονος αυτοκινητόδρομος της Βόρειας Ελλάδας, που τη διασχίζει απ’ άκρη σε άκρη, έχει την ίδια ονομασία.
Έξω από τα δυτικά τείχη των Φιλίππων, στην πεδιάδα που βλέπουμε μπροστά μας, το 42 π.Χ. έλαβε χώρα μια μάχη μεταξύ δύο ρωμαϊκών στρατών που έκρινε το μέλλον της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας: συγκεκριμένα οι Οκταβιανός και Αντώνιος νίκησαν τους δημοκρατικούς Βρούτο και Κάσσιο, μια νίκη που σηματοδότησε το τέλος της περιόδου της res publica και άνοιξε το δρόμο στον Οκταβιανό να γίνει αυτοκράτορας. Λίγο αργότερα, οι Φίλιπποι γίνονται ρωμαϊκή αποικία (Colonia Augusta Julia Philippensis) και Ρωμαίοι άποικοι και βετεράνοι εγκαθίστανται εδώ, ενισχύοντας σημαντικά τον πληθυσμό της πόλης. Η πόλη αποκτά πλέον ρωμαϊκό χαρακτήρα με επίσημη γλώσσα τα λατινικά. Μεγάλα και λαμπρά οικοδομήματα δημόσιου χαρακτήρα κτίζονται, όπως το forum με τις στοές του, ναοί κ.α.
Ο επόμενος σταθμός στην ιστορία των Φιλίππων είναι η έλευση του χριστιανισμού, η οποία συνδέεται με τα ταξίδια του Αποστόλου Παύλου. Πράγματι, το 49 μ.Χ., κατά τη δεύτερη περιοδεία του στις ρωμαϊκές επαρχίες, ο Απόστολος Παύλος, μαζί με την ακολουθία του, Σίλα και Τιμόθεο, φτάνουν στους Φιλίππους, ακολουθώντας ένα όραμα που είδε ο Παύλος όταν ήταν στην Τρωάδα: άνδρας Μακεδόνας στάθηκε μπροστά του και τον προέτρεψε να έρθει να τους κηρύξει το χριστιανισμό. Έτσι, σύμφωνα με το βιβλίο οι Πράξεις των Αποστόλων, που περιέχεται στην Καινή Διαθήκη, πήραν το πλοίο από την Τρωάδα στη Σαμοθράκη και από εκεί βγήκαν στο λιμάνι της Νεάπολης (σημερινή Καβάλα) και έπειτα συνέχισαν πεζοί στους Φιλίππους. Εκεί ο Απόστολος Παύλος, σε μια ειδυλλιακή τοποθεσία έξω από την πόλη, στις όχθες του Ζυγάκτη ποταμού, βάφτισε την πρώτη Ευρωπαία χριστιανή, την Αγία Λυδία και ίδρυσε την πρώτη χριστιανική εκκλησία στην Ευρώπη, με την οποία διατήρησε πολύ καλές σχέσεις, όπως φαίνεται από την Επιστολή προς Φιλιππησίους αλλά και από τις συνεχείς επισκέψεις του εκεί. Μάλιστα οι χριστιανοί των Φιλίππων επανειλημμένα τον βοήθησαν, με την αποστολή ανθρώπων να τον υπηρετούν ή και αγαθών, όσο ο Απόστολος Παύλος κήρυττε το χριστιανισμό.
Όταν αργότερα ο χριστιανισμός θα διαδοθεί ευρέως και θα αναγνωριστεί ως θρησκεία με το διάταγμα των Μεδιολάνων το 313, στους Φιλίππους θα κτιστεί η πρώτη χριστιανική εκκλησία, αφιερωμένη στον Απόστολο Παύλο, ένας από τους παλαιότερους υπέργειους χριστιανικούς ναούς της Ευρώπης. Αργότερα, στη διάρκεια του 4ου, 5ου και 6ου αιώνα στους Φιλίππους θα κτιστούν μεγάλες Βασιλικές καθώς και το Οκτάγωνο, ο μητροπολιτικός ναός της πόλης. Ας μην ξεχνάμε ότι βρισκόμαστε πλέον στις απαρχές της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, της πρώτης χριστιανικής αυτοκρατορίας στον κόσμο με πρωτεύουσα την Κωνσταντινούπολη. Συνολικά υπήρχαν επτά χριστιανικοί ναοί στους Φιλίππους, στοιχείο που αποδεικνύει ότι ήταν τόπος προσκυνήματος και μεγάλης σημασίας ως κέντρο του χριστιανισμού. Παράλληλα, η ελληνική γλώσσα, που ποτέ δεν είχε χαθεί, όπως γνωρίζουμε από τις επιγραφές, επιστρέφει ως επίσημη γλώσσα της πόλης. Οι Φίλιπποι, υπό την εύνοια των πρώτων βυζαντινών αυτοκρατόρων, θα σημειώσουν μια νέα ακμή.
Πρέπει να σημειωθεί, πως οι Φίλιπποι ποτέ δεν έπαψαν να είναι μια κοσμοπολίτικη πόλη: κατά τα ελληνιστικά, ρωμαϊκά και παλαιοχριστιανικά χρόνια ο πληθυσμός τους αποτελούταν από Έλληνες, εξελληνισμένους Θράκες, Ρωμαίους, ανατολίτες και Εβραίους, όπως φαίνεται και από αυτήν την ταφική στήλη παλαιοχριστιανικής εποχής, που βρέθηκε στο νεκροταφείο των Φιλίππων: ΣΙΜΩΝ – ΣΜΥΡΝΑΙ, ο Σίμωνας από τη Σμύρνη.
Πάνω στη μέγιστη ακμή τους, ένας καταστροφικός σεισμός τον 7ο αιώνα αναγκάζει πολλούς κατοίκους να εγκαταλείψουν τους Φιλίππους. Επιπλέον, η ανασφάλεια της εποχής, με τις συχνές σλαβικές επιδρομές και η επιδρομή των Βουλγάρων στην περιοχή, το έτος 837, θα οδηγήσουν σταδιακά στην παρακμή της πόλης. Οι Φίλιπποι χάνουν τη σημασία τους ως μεγάλο διοικητικό και οικονομικό κέντρο της περιοχής, αν και βέβαια επιβιώνουν και στους κατοπινούς αιώνες, ως μικρός οικισμός και σημαντικό φρούριο της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, κυρίως η ακρόπολη πάνω από την πόλη. Το τελειωτικό χτύπημα στη ζωή της πόλης θα δοθεί με την επέλαση των Οθωμανών Τούρκων, οι οποίοι το έτος 1387 καταλαμβάνουν τη Χριστούπολη (η βυζαντινή ονομασία της αρχαίας Νεάπολης, σημερινής Καβάλας) και όλη την περιοχή της Ανατολικής Μακεδονίας.
Κατά τη διάρκεια της Οθωμανικής Περιόδου οι Φίλιπποι δεν ήταν παρά ένα συνονθύλευμα μνημείων και ερειπίων, το οποίο, ωστόσο, έκανε μεγάλη εντύπωση στους ξένους περιηγητές.
Θα χρειαστεί να περάσουν αιώνες και η περιοχή να ξαναγίνει ελληνική, μετά τους Βαλκανικούς Πολέμους του 1912 -13, προκειμένου να αρχίσει η αρχαιολογική έρευνα στους Φιλίππους, πρώτα από τη Γαλλική Αρχαιολογική Σχολή Αθηνών κι ύστερα από την Ελληνική Αρχαιολογική Υπηρεσία. Η τελευταία, σε συνεργασία με το Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, διεξάγει ως σήμερα ανασκαφές και έργα συντήρησης και αναστύλωσης των αρχαιοτήτων και των μνημείων των Φιλίππων.
Ας περιηγηθούμε τώρα μαζί στον αρχαιολογικό χώρο, ξεκινώντας από τα ανατολικά τείχη της πόλης: τα τείχη της πόλης είχαν συνολικό μήκος 3.5 χιλιόμετρα και μέγιστο πλάτος περίπου 3 μέτρα. Παρατηρούμε ακόμα ότι κατά διαστήματα ενισχύονταν με πύργους. Τα κατώτερα τμήματα του τείχους που βλέπουμε, με τους μεγάλους ισοδομικούς μαρμάρινους λίθους χρονολογούνται την εποχή του Φιλίππου του Β΄ ενώ τα ανώτερα την εποχή του αυτοκράτορα του Βυζαντίου Ιουστινιανού. Βέβαια στο ενδιάμεσο χρονικό διάστημα έγιναν επίσης πολλές επισκευές.
Η ακρόπολη των Φιλίππων οχυρώνεται επίσης, για πρώτη φορά από το Φίλιππο. Το σύνολο των οχυρώσεων χρονολογείται την εποχή των Παλαιολόγων. Εδώ υπήρχε δεξαμενή, αποθήκη κι ένα μικρό παρεκκλήσι. Ξεχωρίζει ο μεγάλος, διώροφος, τετράπλευρος πύργος στο μέσο της ακρόπολης, ύστατη γραμμή άμυνας των υπερασπιστών.
Συνεχίζοντας την πορεία του ο επισκέπτης από το ανατολικό τείχος προς το εσωτερικό της πόλης, συναντά το αρχαίο θέατρο των Φιλίππων, ένα από τα μεγαλύτερα και πιο καλοδιατηρημένα αρχαία θέατρα της Ελλάδας. Όπως όλα τα αρχαία θέατρα, έτσι και των Φιλίππων χωρίζεται στο κοίλο, όπου οι κερκίδες με τα εδώλια (θέσεις) των θεατών, η ορχήστρα, όπου αρχικά έπαιζαν οι ηθοποιοί και ο χορός και η σκηνή, όπου αργότερα μεταφέρεται η δράση των ηθοποιών και παράλληλα λειτουργούν πολλοί βοηθητικοί χώροι. Χαρακτηριστικές είναι ακόμα και οι πάροδοι, οι δύο αντικριστές είσοδοι απ’ όπου έμπαιναν στην ορχήστρα ο χορός και οι ηθοποιοί.
Το θέατρο κατασκευάστηκε από το Φίλιππο το Β΄ στα μέσα του 4ου αιώνα π.Χ. Όμως η μορφή που βλέπουμε σήμερα μπροστά μας είναι κυρίως ρωμαϊκών χρόνων, αποτέλεσμα των ανακατασκευών και προσθηκών που έγιναν στη συνέχεια από τους Ρωμαίους. Στα ρωμαϊκά χρόνια χρονολογείται η πλακόστρωση της ορχήστρας, οι μαρμάρινες σειρές καθισμάτων και η κατασκευή λίθινης σκηνής, όλα αυτά στη μετάβαση από τον 1ο στο 2ο αιώνα μ.Χ.
Παράλληλα, στο 2ο αιώνα μ.Χ. το θέατρο αλλάζει χαρακτήρα και μετατρέπεται από τους Ρωμαίους σε αρένα, προσαρμόζοντας τη λειτουργία του στα θεάματα της εποχής: μονομαχίες, θηριομαχίες, κυνηγέσια. Η ανάγκη για περισσότερους θεατές οδηγεί στην προσθήκη του λεγόμενου επιθεάτρου, δηλαδή νέων σειρών εδωλίων στο πάνω τμήμα του θεάτρου. Επιπλέον, διευρύνεται η ορχήστρα και αποκτά κυκλικό σχήμα με την κατάργηση των δύο πρώτων σειρών του κοίλου και υπερυψώνεται λίθινο στηθαίο και κιγκλιδώματα για την προστασία των θεατών από τα θηρία. Ο Άρης, ως θεός του πολέμου, ήταν προστάτης θεός των μονομάχων.Το θέατρο τελικά θα παύσει να λειτουργεί ως χώρος θεαμάτων το 5ο αιώνα μ.Χ. και γύρω του θα δημιουργηθούν διάφορα εργαστήρια, ενώ ταυτόχρονα θα ξεκινήσει και η σταδιακή λιθολόγηση του κτιρίου (η απογύμνωσή του από τα αρχιτεκτονικά του μέλη και τα υλικά δομής του).
Το κτίριο της σκηνής, ρωμαϊκών χρόνων, ήταν μνημειώδες, διώροφο από την πλευρά του θεάτρου και τριώροφο από την πίσω πλευρά, λόγω της κλίσης του εδάφους. Οι ηθοποιοί έπαιζαν στο προσκήνιο, ένα υπερυψωμένο επίπεδο πάνω από την ορχήστρα. Στην πίσω όψη της, η σκηνή είχε μια στοά. Τα μέτωπα των παραστάδων της στοάς κοσμούνταν με ανάγλυφες παραστάσεις από το διονυσιακό κόσμο. Το σύνολο των παραστάσεων αφηγείται το μύθο του Λυκούργου, βασιλιά του θρακικού φύλου των Ηδωνών ο οποίος αντιμαχόταν τη λατρεία του Διονύσου με αποτέλεσμα ο θεός να τον τιμωρήσει: του έστειλε μανία κι αυτός έσφαξε τα παιδιά του, νομίζοντας ότι κλαδεύει κλήματα.
Συνεχίζοντας ο επισκέπτης τη διαδρομή του προς το εσωτερικό της πόλης θα δει στα δεξιά του τα ιερά της Άρτεμης, του Συλβανού, της Κυβέλης, της Ίσιδος κι άλλων θεοτήτων, ιερά που χρονολογούνται στα ελληνιστικά και ρωμαϊκά χρόνια. Αντιλαμβάνεται κανείς, πως μέσα στα όρια του Μακεδονικού Βασιλείου κι αργότερα της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας υπήρχε ένας θρησκευτικός συγκρητισμός, η παράλληλη δηλαδή λατρεία ποικίλων θεοτήτων διαφορετικής προελεύσεως. Πιο κάτω υπάρχει το ιερό με τις τρεις κόγχες, το οποίο συνδέεται με τη λατρεία του θεού Συλβανού, την οποία έφεραν μαζί τους οι Ρωμαίοι άποικοι.
Αμέσως μετά, ο επισκέπτης θα αντικρύσει τη λεγόμενη Βασιλική Α΄, μεγάλη (130 x 50 μ.) τρίκλιτη παλαιοχριστιανική Βασιλική με εγκάρσιο κλίτος, χρονολογημένη στο τέλος του 5ου αιώνα. Η Βασιλική διέθετε υπερώο, στο οποίο οδηγούσε κλίμακα ανόδου. Διακρίνεται ακόμα στο κεντρικό της κλίτος η βάση από τον άμβωνα, όπου στεκόταν ο ιερέας και έκανε το κήρυγμά του, το φράγμα του πρεσβυτερίου πίσω από το οποίο ήταν το ιερό και η κόγχη του, η βάση της αγίας τράπεζας με το εγκαίνιο από κάτω της καθώς και το σύνθρονον, θέσεις δηλαδή για τους ιερείς. Ας σημειωθεί ότι τα χαρακτηριστικά αυτά είναι κοινά σε όλους τους παλαιοχριστιανικούς ναούς. Τα κιονόκρανα των κιόνων του ναού και τα θωράκια χαρακτηρίζονται από την έξοχη γλυπτή τους διακόσμηση.
Στο δυτικό άκρο της Βασιλικής υπήρχε ένα αίθριο και κάτω ακριβώς από αυτό μια δεξαμενή ρωμαϊκών χρόνων, η οποία θεωρήθηκε ότι ήταν η «φυλακή του Αποστόλου Παύλου» (με βάση τη διήγηση των Πράξεων των Αποστόλων) και διαμορφώθηκε σε λατρευτικό χώρο με τοιχογραφίες από τη ζωή του Παύλου, πιθανόν κατά τον 9ο αιώνα.
Λίγο πιο πάνω υπάρχει άλλη μία Βασιλική και το μουσείο, Εμείς θα συνεχίσουμε περνώντας το δρόμο απέναντι και θα επισκεφτούμε το forum, τη Βασιλική Β΄, και το Οκτάγωνο.
βλέπουμε το forum των Φιλίππων, όπως διαμορφώθηκε κατά το 2ο αιώνα μ.Χ. Η παραλληλόγραμμη αυτή πλατεία έχει διαστάσεις 100 x 50 μέτρα και περιβάλλεται: από κρήνες και το βήμα για τους ρήτορες στα βόρεια, από δύο ναούς, ανατολικά και δυτικά, κορινθιακού ρυθμού, αφιερωμένους στην αυτοκρατορική λατρεία και στο Genius, τον προστάτη δαίμονα της αποικίας, από το κτίριο της συγκλήτου και το αγορανομείο στα δυτικά, όπου ήταν τα επίσημα μέτρα και σταθμά της πόλης, από το κτίριο της βιβλιοθήκης στα ανατολικά, όπου βρέθηκε και το άγαλμα του Λογίου Ερμή, και από μια στοά εμπορικού και βιοτεχνικού χαρακτήρα στα νότια.
Η αγορά περιβαλλόταν από δύο παράλληλους δρόμους: ο πρώτος ήταν η decumanus maximus της πόλης, ο μεγαλύτερος δρόμος της δηλαδή, που τη διέσχιζε από άκρη σε άκρη, από ανατολικά προς δυτικά και ένωνε τις δύο πύλες της. Κάποιοι ερευνητές ταυτίζουν το δρόμο αυτό με την Εγνατία Οδό, η οποία, όπως είπαμε, περνούσε από τους Φιλίππους. Ο δεύτερος δρόμος είναι η λεγόμενη εμπορική οδός, διότι υπάρχει αυτή η σειρά από καταστήματα.
Το επόμενο σημαντικό μνημείο των Φιλίππων είναι η Βασίλική Β΄. Η ανέγερση του κτιρίου έγινε περίπου το έτος 550. Από άποψη αρχιτεκτονικής πρόκειται για ένα μεταβατικό τύπο μνημείου από την ξυλόστεγη Βασιλική, όπως η βασιλική Α΄ που είδαμε προηγουμένως, στη Βασιλική με τρούλο, όπως η Αγία Σοφία Κωνσταντινούπολης. Η Βασιλική Β΄ συγκεκριμένα στεγαζόταν από ένα μεγάλο θόλο πάνω από το κεντρικό της κλίτος, θόλος που στηριζόταν σε 4 γιγαντιαίους πεσσούς. Το ιερό στεγαζόταν από ένα μικρότερο θόλο. Αξιοπρόσεκτοι είναι και οι κίονες του ναού, από πράσινο θεσσαλικό μάρμαρο.
Παρατηρούμε ακόμα ότι στους τοίχους του μνημείου υπήρχε εναλλαγή μεταξύ ζωνών από λίθους με ζώνες από πλίνθους. Είναι το περίφημο opus mixtum που καθιέρωσαν οι Ρωμαίοι.Οι λόγοι που το έκαναν αυτό είναι δύο.
Ο ένας λόγος είναι για διακόσμηση….ο άλλος είναι για αντισεισμική προστασία του μνημείου: οι παρεμβαλλόμενες ζώνες από πλίνθους προσφέρουν ελαστικότητα στους τοίχους έναντι των κραδασμών των σεισμικών δονήσεων.
Και περνάμε στο συγκρότημα του Οκταγώνου. Ο οκταγωνικός ναός των Φιλίππων ήταν η μητρόπολη της πόλης κι ήταν αφιερωμένος στον Απόστολο Παύλο. Αποτελούσε πόλο έλξης πολλών προσκυνητών απ’ όλη την αυτοκρατορία. Μια μεγάλη στοά οδηγούσε κατευθείαν στο ναό. Στα δεξιά της στοάς υπήρχε ο ξενώνας για τους προσκυνητές κι αμέσως μετά ένα αίθριο, που χρησίμευε ως αυλή.
Το Οκτάγωνο κτίστηκε πάνω σχεδόν από έναν υπόγειο ελληνιστικό τάφο, μακεδονικού τύπου, που χρονολογείται στο 2ο αιώνα π.Χ. Εντύπωση προκαλεί το γεγονός ότι έχουμε ένα τάφο intra muros, εντός των τειχών, σε κεντρικότατο σημείο της πόλης, κάτι που φανερώνει ότι ο νεκρός του τάφου πρέπει να ήταν πολύ σημαντικό πρόσωπο για την κοινωνία των Φιλίππων. Έγινε ανασκαφή που αποκάλυψε μια σαρκοφάγο που περιείχε τα οστά ενός νεαρού άνδρα. Μια επιγραφή στο χείλος της σαρκοφάγου μας φανερώνει ότι αυτός ήταν ο Ευηφένης, ο γιος του Εξήκεστου. Γνωρίζουμε από άλλες πηγές ότι ήταν μύστης των Καβείριων μυστηρίων της Σαμοθράκης.
Γεγονός είναι πως πρόκειται για πλούσιο τάφο: ο νεκρός έφερε χρυσό στεφάνι, όπως τα χρυσά στεφάνια των νεκρών Μακεδόνων αριστοκρατών και άλλα χρυσά κοσμήματα.Τώρα, το ενδιαφέρον στοιχείο είναι ότι πάνω από αυτόν τον τάφο διαμορφώθηκε ένα ηρώο στο οποίο απέδιδαν λατρεία και τιμές στο νεκρό. Το ακόμα πιο ενδιαφέρον στοιχείο είναι ότι δίπλα στο ηρώο αυτό, όταν ο χριστιανισμός είχε πλέον αναγνωριστεί, κτίστηκε ο μικρός αυτός ναός προς τιμή του Αποστόλου Παύλου, ένας από τους παλαιότερους ναούς της Ευρώπης, μεταξύ του 312 και 343 μ.Χ.
Από το ναό σώζεται εν μέρει το ψηφιδωτό του δάπεδο σήμερα, πλοχμοί, σπείρες κ.α. γεωμετρικά μοτίβα, μαζί με χαρακτηριστικά θέματα παλαιοχριστιανικής τέχνης, όπως το δέντρο με τα πουλιά συνθέτουν το σύνολο των ψηφιδωτών για τα οποία έχουμε και την κτητορική επιγραφή: διαβάζουμε:
Πορφύριος επίσκοπος την κέντησιν βασιλικής Παυλου εποίησεν εν Χριστώ.
Γνωρίζουμε ότι ο επίσκοπος των Φιλίππων Πορφύριος υπέγραψε τα πρακτικά της συνέλευσης των Σάρδεων το έτος 342.
Στη θέση αυτού του πρώτου μικρού ναού θα κτιστεί αργότερα, το έτος 400 ο μεγάλος οκταγωνικός μητροπολιτικός ναός των Φιλίππων, αφιερωμένος και πάλι στον Απόστολο Παύλο. Συνολικά υπάρχουν περίπου 30 τέτοια κτίρια από τους πρώτους αιώνες του Βυζαντίου. Ανήκουν στην ομάδα των περίκεντρων κτιρίων, όπως οι ροτόντες.
Η σημασία αυτού του ναού ήταν μεγάλη γιατί λειτουργούσε και ως Βαπτιστήριο, το μεγαλύτερο και σημαντικότερο της ευρύτερης περιοχής. Υπήρχε ακόμα μνημειώδης κρήνη κι άλλα βοηθητικά διαμερίσματα για το μυστήριο της βάπτισης και τις υπόλοιπες τελετουργίες που γίνονταν στο ναό. Ας σημειωθεί ότι οι βαπτίσεις, μέχρι την εποχή του Ιουστινιανού, ήταν ομαδικές, αναπόσπαστα συνδεδεμένες με τη Θεία Λειτουργία, περιλάμβαναν ενηλίκους και γίνονταν κατά αποκλειστικότητα μόνο από τον επίσκοπο στη διάρκεια μεγάλων εορτών του χριστιανισμού.
Φεύγοντας από το χώρο, ο επισκέπτης μπορεί να ρίξει μια ματιά και στο Επισκοπείο, την έδρα του Επισκόπου, στην οποία βρέθηκαν πολλοί μικροί λινοί, δηλαδή πατητήρια, στοιχείο που αποδεικνύει ότι το κρασί ήταν βασικό προϊόν παραγωγής για τους Φιλίππους.
Πιο κάτω θα συναντήσουμε το Βαλανείο, το οποίο, πρέπει να πούμε, ότι λειτουργούσε ακριβώς όπως ένα σύγχρονο συγκρότημα σάουνας και λουτρών. Χωριζόταν σε τρεις βασικές αίθουσες: το frigidariun, η ψυχρή αίθουσα, το tepidarium, η ενδιάμεση και το caldarium, η θερμή.
Πρέπει να σημειώσουμε πως ο ερχομός του χριστιανισμού το πέρασμα του Αποστόλου Παύλου είναι ζωντανά ακόμα και σήμερα στην περιοχή: ο επισκέπτης που θα έρθει αξίζει να πάει και μέχρι το σημείο όπου βαφτίστηκε η πρώτη γυναίκα της Ευρώπης: εκεί η Μητρόπολη Φιλίππων, Νεαπόλεως και Θάσου έχει κτίσει ένα σύγχρονο βαπτιστήριο, το Βαπτιστήριο της Αγίας Λυδίας, το οποίο συμπεριλαμβάνει ένα ανοιχτό βαπτιστήριο στις όχθες του ποταμού, κατά τα πρότυπα των πρώτων χριστιανών κι ένα σύγχρονο ναό – βαπτιστήριο, μοναδικό στο είδος του στην Ελλάδα, οκταγωνικής μορφής, με κεντρική, κτιστή κολυμπήθρα, υαλογραφίες στα παράθυρα και ψηφιδωτά.
Όσο για τον Απόστολο Παύλο, αυτός τιμάται στην Καβάλα ως ο πολιούχος Άγιός της. Ακόμα, σε σημείο με πανοραμική θέα πάνω από την πόλη, εκεί όπου κατά παράδοση σταμάτησε ο Παύλος με το Σίλα και τον Τιμόθεο για να ξεκουραστούν, βρίσκεται σήμερα το Μοναστήρι του Αγίου Σίλα.
Το αρχαίο θέατρο, συνεχίζει να επιτελεί σήμερα τον πολιτιστικό και παιδαγωγικό του ρόλο: από το 1957 και κάθε χρόνο, πραγματοποιούνται εδώ θεατρικές παραστάσεις και μουσικές εκδηλώσεις, στα πλαίσια του Φεστιβάλ Φιλίππων, του μεγαλύτερου θεατρικού Φεστιβάλ της Βορείου Ελλάδας. Σε όλα αυτά τα χρόνια, μεγάλοι ηθοποιοί και σκηνοθέτες ανέβασαν εδώ τα αριστουργήματα της αρχαίας ελληνικής και της παγκόσμιας δραματουργίας.
Όσο για τους Φιλίππους, εξακολουθούν και κρύβουν μυστικά, που η αρχαιολογική σκαπάνη αποκαλύπτει. Οι Φίλιπποι αρχαιολογικά έχουν να δώσουν πολλά ακόμα και να προσφέρουν ακόμα στη σύγχρονη γενιά.
Αυτή, λοιπόν, είναι η ιστορία των Φιλίππων, το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον τους: ένας τόπος διαχρονικής αξίας όχι μόνο για την Ελλάδα, αλλά για ολόκληρο τον κόσμο. Σας ευχαριστώ.
Κουγιουμτζόγλου Δημήτριος
Φιλόλογος -αρχαιολόγος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου